Αξίζει να διαβάσειςΒιβλίαΚαρφιτσωμέναΚοινωνικά

ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 111 & 112: ΚΟΡΜΑΚ ΜΑΚΑΡΘΥ, “Ο ΕΠΙΒΑΤΗΣ” & “STELLA MARIS”

BANNER McCARTHY TEL B“ΤΟ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΙΣ ΤΑ ΟΡΙΑ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ, ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕ ΜΟΝΟ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΙΣ ΤΑ ΟΡΙΑ. ΣΗΜΑΙΝΕ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΙΣ ΤΙ ΥΠΗΡΧΕ ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΡΙΑ”- ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 111 & 112: ΚΟΡΜΑΚ ΜΑΚΑΡΘΥ, “Ο ΕΠΙΒΑΤΗΣ” & “STELLA MARIS

                 Μας εντυπωσίασαν δύο λογοτεχνικά βιβλία που διαβάσαμε το τελευταίο διάστημα. Πρόκειται για μία “διλογία” του σπουδαίου Αμερικανού συγγραφέα Κόρμακ Μακάρθυ, “Ο Επιβάτης” και “Stella Maris”, σε μετάφραση (εξαιρετική) του Γιώργου Κυριαζή, από τις εκδόσεις Gutenberg (σειρά Aldina). Οι περισσότερες παρουσιάσεις έχουν γίνει για τον “Επιβάτη”, ίσως γιατί κυκλοφορήθηκε πρώτος. Όμως, για έναν υπομονετικό αναγνώστη, το αριστούργημα είναι το  “Stella Maris”. Σίγουρα πρέπει να διαβαστούν και τα δύο. Η πρότασή μας είναι να διαβαστεί πρώτα το δεύτερο και, κατόπιν, το πρώτο.

Δύσκολη η θεματική τους. Το “Stella Maris” περιλαμβάνει ψυχοθεραπευτικούς διαλόγους ανάμεσα στην Αλίσια Γουέστερν, μία ιδιοφυΐα των Μαθηματικών, η οποία νοσηλεύεται στην ψυχιατρική κλινική  “Stella Maris” και συζητά σε επτά ενότητες με τον ψυχίατρό της για όλα τα θέματα της ζωής, πριν κάποια στιγμή δώσει τέλος σ’  αυτήν. Η Αλίσια είναι παιδί ενός μαθηματικού, ο οποίος ανήκει στο επιτελείο του Οπενχάιμερ, του πατέρα της ατομικής βόμβας. Ο πατέρας της θα εγκαταλείψει την ομάδα, όταν συνειδητοποιήσει το μέγεθος της τραγωδίας που ετοίμασε για την ανθρωπότητα, όχι μόνο στην Ιαπωνία, αλλά και σε άλλες  πυρηνικές δοκιμές. Η μητέρα της θα πεθάνει από καρκίνο, καθώς εργάστηκε στην βιομηχανία διαχωρισμού του ουρανίου που θα χρησιμοποιούνταν για πυρηνικά όπλα. Αυτή και ο αδερφός της θα κληρονομήσουν μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία όμως θα διαθέσουν για σκοπούς που δεν έχουν καμία σχέση με πλουτισμό. Η ίδια θα αγοράσει ένα παλαιό βιολί, περίφημου κατασκευαστή. Ο αδερφός της θα γίνει πιλότος στην φόρμουλα 2.

Και στα δύο βιβλία βλέπουμε την μοίρα τους. Η Αλίσια θα απορριφθεί από όλους τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφεται, οικείους, συμμαθητές, καθηγητές, πανεπιστημιακούς, λόγω της ιδιοφυΐας της, η οποία την καθιστά σχιζοφρενή, όχι όμως αδύναμη να σκεφθεί και να φιλοσοφήσει την ζωή. “Το να σκέφτεσαι το θάνατο υποτίθεται πως έχει κάποια φιλοσοφική αξία. Ίσως και παρηγορητική. Είναι κοινότοπο, ίσως, αλλά ο καλύτερος τρόπος να πεθάνεις καλά είναι να έχεις ζήσει καλά. Το να πεθάνεις για κάποιον άλλο θα έδινε νόημα στο θάνατό σου. Αν αγνοήσουμε προς το παρόν το γεγονός ότι ο άλλος θα πεθάνει έτσι κι αλλιώς” (σελ. 37). “Η μουσική είναι φτιαγμένη από μερικούς πολύ απλούς κανόνες. Είναι όμως αλήθεια ότι κανείς δεν τους επινόησε. Τους κανόνες. Οι ίδιες οι νότες δεν σημαίνουν σχεδόν τίποτα. Το γιατί όμως μια συγκεκριμένη διευθέτηση σ’  αυτές τις νότες έχει μια τόσο βαθιά επίδραση στα συναισθήματά μας είναι ένα μυστήριο που δεν έχουμε καμιά απολύτως ελπίδα να κατανοήσουμε. Η μουσική δεν είναι γλώσσα. Πεδίο αναφοράς της είναι ο εαυτός της, και τίποτ’ άλλο. Μπορείς να ονοματίσεις τις νότες με τα γράμματα της αλφαβήτου αν θες, όμως αυτό δεν αλλάζει τίποτα. Παραδόξως δεν αποτελούν αφαιρέσεις. Είναι ολοκληρωμένη η μουσική όπως την ξέρουμε; Κατά ποία έννοια; Υπάρχουν κι άλλες κατηγορίες σαν τη μείζονα και την ελάσσονα, που δεν τις έχουμε ανακαλύψει ακόμα; Φαντάζει απίθανο αυτό, έτσι δεν είναι; Παρ’  όλ’ αυτά, πολλά πράγματα είναι απίθανα μέχρι να εμφανιστούν. Και τι σημαίνουν αυτές οι κατηγορίες; Από πού προέκυψαν; Τι σημαίνει το γεγονός ότι είναι δύο αποχρώσεις του γαλάζιου; Στα δικά μου μάτια. Αν η μουσική υπήρχε πριν από μας, για ποιον υπήρχε; Ο Σοπενχάουερ λέει κάπου ότι αν εξαφανιζόταν ολόκληρο το σύμπαν, το μόνο που θα έμενε ήταν η μουσική” (σελ. 55). “- Δεν πιστεύεις ότι ο ψυχοθεραπευτής έχει την ικανότητα να θεραπεύσει. – Πιστεύω αυτό που πιστεύουν οι περισσότεροι άνθρωποι. Ότι αυτό που θεραπεύει είναι η φροντίδα, όχι η θεωρία” (σελ. 75). “Η οργή είναι χρήσιμη μόνο απέναντι σε πράγματα που πιστεύεις ότι μπορούν να διορθωθούν. Όλα τα υπόλοιπα είναι θλίψη” (σελ. 134). “Τα Μαθηματικά είναι μόχθος. Μακάρι να ήταν κάτι ρομαντικό. δεν είναι. Στη χειρότερη περίπτωση, υπάρχουν ακουστές υποδείξεις. Είναι δύσκολο ν’  αντέξεις. Δεν τολμάς να κοιμηθείς, και μπορείς να μείνεις ξάγρυπνος δυο μέρες, αλλά έτσι είναι τα πράγματα. Παίρνεις μια απόφαση και βρίσκεις δύο ακόμη αποφάσεις να σε περιμένουν, και μετά τέσσερις και μετά οκτώ. Και πρέπει να αναγκάσεις τον εαυτό σου να σταματήσει και να γυρίσει πίσω. Ν’  αρχίσεις απ’ την αρχή. Δεν αναζητάς την ομορφιά, αναζητάς την απλότητα. Η ομορφιά έρχεται αργότερα. Αφού πρώτα έχεις γίνει ράκος. – Αξίζει τον κόπο; – Όσο τίποτ’ άλλο στον κόσμο. – Ποιο θεωρείς ότι είναι το ένα απαραίτητο χάρισμα που πρέπει να έχει κανείς; – Η πίστη (σελ. 137). “Δεν διέθετε ακόμα γλώσσα. Αλλά μόλις είχε κατανοήσει ότι ένα πράγμα μπορεί να είναι ένα άλλο πράγμα. Όχι να του μοιάζει, ή να το μιμείται. Να είναι. Να το αντικαθιστά. Τα βότσαλα μπορούν να είναι κατσίκες. Οι ήχοι μπορούν να είναι πράγματα. Το όνομα για το νερό είναι νερό. Αυτό που σ’ εμάς φαντάζει ασήμαντο λόγω της χρήσης είναι στην πραγματικότητα η θεμελιώδης ιδέα του του πολιτισμού. Γλώσσα, τέχνη, μαθηματικά, τα πάντα. Και τελικά ο ίδιος ο κόσμος και ό,τι περιέχει.- Και το σπουδαιότερο απ’  αυτά, υποθέτω, είναι τα μαθηματικά. – Κοίτα. Μαθηματικός είμαι. – Οπότε είναι κι ο Θεός μαθηματικός; – Ο Θεός δεν μπορεί να προσθέσει δύο και δύο. Το μόνο που έχει στη διάθεσή του είναι το μηδέν και το ένα. Όλα τα υπόλοιπα είμαστε εμείς” (σσ. 185-186). “Ήξερα κάτι που ο αδελφός μου δεν ήξερε. Ότι υπάρχει μια ασυγκράτητη φρίκη κάτω από την επιφάνεια του κόσμου, κι ότι υπήρχε από πάντα. Ότι στον πυρήνα της πραγματικότητας βρίσκεται ένας βαθύς και αιώνιος τόπος δαιμόνων. Όλες οι θρησκείες το αντιλαμβάνονται αυτό. Και δεν υπάρχει περίπτωση να εξαφανιστεί. Και ότι το να φαντάζεσαι πως τα ζοφερά ξεσπάσματα αυτού του αιώνα μπορεί να ήταν μοναδικά ή τελειωτικά είναι, απλούστατα, ανοησία” (σελ. 211).  ” Ένας φίλος μου είπε κάποτε πως όσοι επιλέγουν έναν έρωτα που ποτέ δεν μπορεί να εκπληρωθεί κατατρύχονται από μια οργή που ποτέ δεν μπορεί να σβήσει”  (σελ. 226). “Το να βρίσκεις τα όρια ενός συστήματος δεν σήμαινε μόνο να βρίσκεις τα όρια. Σήμαινε να βρίσκεις τι υπήρχε πέρα από τα όρια. Απλά έπρεπε πρώτα να βρεις τα όρια. –  Και τι υπήρχε πέρα από τα όρια;- Σ’  αυτή την περίπτωση υπήρχε η συνειδητοποίηση ότι εκείνο που από καιρό υποψιαζόσουν ήταν όντως αλήθεια. Ότι τα μαθηματικά δεν είχαν όρια. Ότι ήταν ανεξάντλητα” (σελ. 251). “-Νομίζω ότι ο χρόνος μας τελείωσε.- Το ξέρω. Κράτα μου το χέρι.- Να σου κρατήσω το χέρι;- Ναι. Το θέλω. – Εντάξει. Γιατί; -Γιατί αυτό κάνουν οι άνθρωποι όταν περιμένουν κάτι να τελειώσει” (σελ. 262)   

Ο Μπόμπι Γουέστερν, ο αδερφός της Αλίσια, στον “Επιβάτη”, έχει εγκαταλείψει την φόρμουλα 2 και έχει γίνει δύτης. Καλείται να εντοπίσει ένα αεροπλάνο που έπεσε στην θάλασσα και από τους δέκα επιβάτες του βρίσκει τους εννιά. Από κει και πέρα διαπιστώνει ότι έχει ξεκινήσει εις βάρος του παρακολούθηση από το FBI. Φίλοι του εξαφανίζονται, μπλοκάρεται ο τραπεζικός του λογαριασμός, ενώ ο ίδιος προσπαθεί να ξαναβρεί στοιχεία από το παρελθόν του, με δεσπόζουσα στην καρδιά του την ανάμνηση της αδελφής του Αλίσια. Στο μυθιστόρημα παρελαύνουν οι εικόνες της αδερφής του να περιγράφει τον ψυχικό της κόσμο, σε συνάρτηση με το Παιδί, το κομμάτι της ψυχής της ή την ίδια την ψυχή της, που  θα επισκεφθεί τον Μπόμπι, όταν ο τελευταίος αποσυρθεί ως ερημίτης σε μία καλύβα δίπλα στην θάλασσα. Ουσιαστικά ο “Επιβάτης” λειτουργεί ως ένα χρονικό του δυτικού κόσμου στον οποίο ζούμε. Ο ήρωας, διαπρεπής φυσικός, διαπιστώνει ότι αυτός ο κόσμος στην πραγματικότητα μάς δίνει μοναξιά, όταν λείπει η αγάπη. Ότι οι αξίες του δεν έχουν να κάνουν με την έγνοια για τον άλλον, αλλά μόνο με το άτομό μας. “Η συγχώρεση έχει χρονοδιάγραμμα. Ενώ για την εκδίκηση ποτέ δεν είν’ αργά” (σελ. 49). Ο άνθρωπος όμως που έχει την ανάγκη να νοηματοδοτήσει την ζωή του, δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος μπροστά στα όσα συμβαίνουν και επηρεάζουν την ζωή του. Πρέπει να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα. “- Πιστεύεις στο Θεό; – Θες την αλήθεια;- Βέβαια.- Δεν ξέρω ποιος ή τι είναι ο Θεός. Αλλά δεν πιστεύω ότι όλ’  αυτά τα πράγματα έγιναν μόνα τους. Κι εγώ ανάμεσά τους. Μπορεί τα πάντα να εξελίσσονται, όπως λένε. Αλλά αν διερευνήσεις την πηγή τους, τελικά θα καταλήξεις ότι υπήρξε κάποια πρόθεση” (σελ. 114). Μέσα σ’  αυτή την πορεία καταγράφει την κατασκευή των ατομικών βομβών, την πρώτη δοκιμή που έγινε στο Νέο Μεξικό το 1945, λίγο πριν την Χιροσίμα και το Ναγκασάκι. Ο πατέρας του πήγε εκεί μετά τον πόλεμο και αναφέρει τι έγινε όταν έπεσαν οι ατομικές βόμβες: “φλεγόμενοι άνθρωποι σέρνονταν ανάμεσα στα πτώματα σαν κάτι φρικώδες μέσα σ’  ένα απέραντο κρεματόριο. Θεώρησαν πως είχε έρθει το τέλος του κόσμου. Δεν τους πέρασε καν από το νου πως αυτό που συνέβαινε είχε οποιαδήποτε σχέση με τον πόλεμο. Κρατούσαν το δέρμα τους κουβαριασμένο στα χέρια μπροστά τους σαν μπουγάδα έτσι ώστε να μη σέρνεται στα συντρίμμια και τη στάχτη, και περνούσαν ο ένας τον άλλο αφηρημένα στην αστόχαστη πορεία τους ανάμεσα στα καυτά ακόμα χαλάσματα, τυφλοί και μη, στην ίδια μοίρα. Η είδηση για όλ’  αυτά δεν βγήκε καν απ’  την πόλη τις δύο πρώτες μέρες. Όσοι επέζησαν θυμούνταν μερικές φορές εκείνη τη φρίκη με κάποια δόση καλαισθησίας. Μέσα σ’   εκείνο το άυλο μανιτάρι που άνθισε σαν λουλούδι την αυγή, σαν μοχθηρός λωτός, και μέσα στην τήξη στερεών που κανείς δεν ήξερε ώς τότε πως μπορούσαν να λειώσουν, υπήρχε μια αλήθεια που θα έκανε την ποίηση να σιωπήσει για χίλια χρόνια. Σαν πελώρια φούσκα, έλεγαν. Σαν κάποιο θαλάσσιο πλάσμα. Που παλλόταν ελαφριά στον κοντινό ορίζοντα. Και μετά, ο απερίγραπτος ήχος. Είδαν πουλιά στον ουρανό που χάραζε να αναφλέγονται και να ανατινάζονται αθόρυβα και να πέφτουν σε μεγάλα τόξα προς το έδαφος σαν πυροτεχνήματα” (σελ. 182). “Ο Θεός δεν ενδιαφερόταν για τη θεολογία μας, αλλά μόνο για τη σιωπή μας” (σελ. 183). Ο Μπόμπι θα παλέψει να βρει την αλήθεια για τον κόσμο και τον εαυτό του μέσα σ’  αυτόν. Θα διαπιστώσει ότι λείπει η ελευθερία. “Σύντομα όμως η μόνη διακριτή ταυτότητα θα είναι το να μην έχεις ταυτότητα. Η αλήθεια είναι πως όλοι υπό κράτηση. Ή θα είναι, πολύ σύντομα. Δεν έχουν λόγο να περιορίσουν τις κινήσεις σου. Αρκεί να γνωρίζουν πού βρίσκεσαι….Πληροφορία και επιβίωση θα γίνουν ένα και το αυτό, τελικά….Δεν θα υπάρχουν κανονικά λεφτά . Μόνο συναλλαγές. Και κάθε συναλλαγή θα καταγράφεται. Για πάντα. – Και δεν νομίζεις ότι ο κόσμος θα φέρει αντίρρηση; – Θα το συνηθίσουν όλοι. Η κυβέρνηση. θα τους εξηγήσει ότι αυτό θα βοηθήσει να καταπολεμηθεί το έγκλημα. Τα ναρκωτικά. Η μεγάλης κλίμακας διεθνής κερδοσκοπία που απειλεί τη νομισματική σταθερότητα. Μπορεί να φτιάξεις και τη δική σου λίστα. – Αλλά ό,τι αγοράζεις ή πουλάς θα καταγράφεται. – Ναι. – Μια τσίχλα.- Ναι. Αυτό που δεν έχει καταλάβει ακόμα η κυβέρνηση είναι ότι μετά απ’  αυτό θ’  αρχίσουν να εμφανίζονται ιδιωτικά νομίσματα. Και για να τα καταστείλει θα χρειαστεί να αναστείλει ορισμένα άρθρα του Συντάγματος” (σσ. 440-441). ” Δεν πιστεύω τίποτα για το Θεό. Απλά πιστεύω στο Θεό. Ο Καντ είχε δίκιο σ’  αυτό που έλεγε για τα άστρα ψηλά και την αλήθεια εντός. Το τελευταίο φως που θα δει ο άπιστος δεν θα είναι ο ήλιος που σβήνει. Θα είναι ο Θεός που σβήνει. Όλοι γεννιούνται με την ικανότητα να βλέπουν το θαύμα. Εσύ έχει επιλέξεις να μην το βλέπεις” (σελ. 499). “Τελικά έσκυψε, έψαλε την παλάμη του πάνω από το γυαλί, μ’  ένα φύσημα έσβησε τη λάμπα κι έγειρε πίσω μέσα στο σκοτάδι. Ήξερε πως τη μέρα του θανάτου του θα έβλεπε το πρόσωπό της και θα έλπιζε να πάρει εκείνη την ομορφιά μαζί του στο σκότος, ο τελευταίος παγανιστής στη γη, τραγουδώντας απαλά πάνω στο αχυρόστρωμά του σε μια γλώσσα άγνωστη” (σελ. 591).

Ο Μακάρθυ ουσιαστικά θέτει και στα δύο μυθιστορήματα τα αδιέξοδα ενός κόσμου στον οποίο το κακό έχει θριαμβεύσει. Την ανάγκη του ανθρώπου για δικαιοσύνη, η οποία περνά μέσα από την αγάπη για όλους. Τις ενοχές για την χρήση της γνώσης και της επιστήμης για την επιβίωσή μας, ακόμη κι αν αυτή περνά μέσα από την καταστροφή του άλλου, που αυτός ο πολιτισμός θάβει στην καλοπέραση και την αμεριμνησία για τα μεγάλα ζητήματα της ζωής όπως είναι η ελευθερία, η αλήθεια, ο θάνατος, ο Θεός. Και πρωτίστως, μας δείχνει ότι επιβάτες είμαστε όλοι μας σε ένα ταξίδι στο οποίο η μόνη λύση φαίνεται αρχικά να είναι ο αναχωρητισμός, αλλά, στην πραγματικότητα, το νόημα της ζωής περνά μέσα από την σχέση με τον άλλο, με την κοινωνία, με την αντίσταση σε ό,τι μοιάζει μοιραίο. Δεν το έχουμε όλοι. Ας είμαστε τουλάχιστον υποψιασμένοι ότι σε ένα σύστημα μπορείς να βρεις τι υπάρχει πέρα από τα όρια. Αρκεί να έχεις τιμαλφή μέσα σου, όπως η αγάπη, η πίστη, η αναζήτηση της αλήθειας με κάθε τίμημα. Και βέβαια, η δύναμη του λόγου, η λογοτεχνία ως τέχνη εξόδου από τον κυνισμό και τον συμβιβασμό.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

6 Μαρτίου 2023

Tags

Related Articles

Back to top button

Χρησιμοποιούμε cookies για την καλύτερη λειτουργία της ιστοσελίδας μας

Close
Close