ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 108- JOSEPH ROTH, “Ο θρίαμβος της ομορφιάς-η προτομή του αυτοκράτορα”, μετάφραση Μαρία Αγγελίδου- Άγγελος Αγγελίδης, εκδόσεις ΑΓΡΑ
Ο Joseph Roth ήταν ένας ξεχωριστός συγγραφέας, ο οποίος στα πολλά και τα πολύ ενδιαφέροντα βιβλία του, διηγήματα, μυθιστορήματα, δημοσιογραφικά κείμενα και εντυπώσεις, προσπαθεί να αποτυπώσει τα συναισθήματά του για έναν κόσμο που έφευγε και την βαρβαρότητα ενός κόσμου που ερχόταν. Γράφει ουσιαστικά ανάμεσα στους δύο παγκόσμιους πολέμους. Βλέπει την κοσμοπολίτικη κουλτούρα, η οποία άνθησε τις τελευταίες μέρες της αυτοκρατορικής Αυστρο-Ουγγαρίας, να σβήνει και στην θέση της να έρχεται η βαρβαρότητα του πολέμου και του ναζισμού, ένας κόσμος δηλαδή στον οποίο η ανθρώπινη ποιότητα δεν έχει θέση, αλλά μόνο η κτηνώδης βία και εξουσία, όπως επίσης και η επικράτηση άνευ όρων. Είναι μία περίοδος στην οποία στην Βιέννη εμφανίζεται ο φροϋδισμός. Εκτός από την βία του πολέμου, συνυπάρχει και η αστάθεια των ανθρώπινων σχέσεων, καθώς άνδρες και γυναίκες δεν βλέπουν τον άλλον ως πηγή αγάπης, αλλά ως αντικείμενο χρήσης για ηδονή και τρυφηλότητα. Προφανώς και κάτι τέτοιο δεν είχε περάσει στον πολύ κόσμο. Όμως αυτή η αποθέωση των ανθρώπινων ενστίκτων της λίμπιντο και του πολέμου, έχει γεννήσει πλέον έναν νέον κόσμο, στον οποίο ο συγγραφέας αισθάνεται ότι δύσκολα μπορεί να ανήκει. Και έτσι, θα παλέψει “με το αληθινό Ρήμα να σώσει την εποχή, προσφέροντας πατρίδα σ’ αυτούς που δεν έχουν πλέον”. Θα φύγει από την Βιέννη μόλις ο Χίτλερ γίνει καγκελάριος το 1933 στην Γερμανία, διαβλέποντας τις κλαγγές του πολέμου να επανέρχονται, αλλά και όσα ο ναζισμός θα έφερνε. Θα πεθάνει στο Παρίσι το 1939, σε ηλικία μόλις 45 ετών.
ΟΙ δύο νουβέλες, τις οποίες μετέφρασαν η Μαρία Αγγελίδου και ο Άγγελος Αγγελίδης και εξέδωσαν, σε μία ωραία, λιτή και χαρακτηριστική έκδοση οι εκδόσεις ΑΓΡΑ, γράφτηκαν “Ο θρίαμβος της ομορφιάς” τον Σεπτέμβριο του 1934 και “Η Προτομή του Αυτοκράτορα” τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, στα Γαλλικά. Με αυτές ο σπουδαίος, θα τολμούσαμε να πούμε κλασικός πλέον, συγγραφέας αποτυπώνει με εξαιρετική ειρωνεία τον σκεπτικισμό του απέναντι στον νέο κόσμο που πολιτικά, ιδεολογικά, ηθικά ξεπροβάλλει.
Από την μία η ιστορία ενός γιατρού που μελετά τις γυναικείες σωματικές και ψυχικές ασθένειες, ο οποίος αφηγείται τον θρίαμβο όχι της ομορφιάς, αλλά του έρωτα που κάνει τον άνθρωπο δούλο της επιθυμίας απέναντι στον άλλον, όχι όμως για καλό, διότι όταν ο άλλος δεν λειτουργεί αμοιβαία, τότε η σχέση αποβαίνει καταστροφική. Ο Roth περιγράφει την εκδίκηση των γυναικών έναντι στους άντρες. Δεν είναι ο άνδρας το ισχυρό φύλο, όπως με αφέλεια υποστηρίζεται από αρκετούς μέχρι και σήμερα. Η ισχύς βρίσκεται στην ομορφιά και την επιθυμία που αυτή προκαλεί. Και οι γυναίκες, όπως φροϋδικά περιγράφει ο Roth, έχουν την δύναμη της ομορφιάς και την αξιοποιούν προς ικανοποίηση της δικής τους επιθυμίας για εξουσία και αυτοεπιβεβαίωση. Με εκπληκτικό χιούμορ και βιωματική προσέγγιση ο Roth είναι σαν να καταγράφει τον πόλεμο των φύλων από την εμφάνιση του ανθρώπου στον κόσμο, όταν οι σχέσεις δεν βασίζονται στην αγάπη, αλλά στην επικράτηση. Στον Roth η ισχύς βρίσκεται στην σύζυγο του διπλωμάτη. Εκείνος είναι το θύμα στα χέρια της και, στο τέλος, θα πεθάνει από τον καημό του διότι εκείνη τον απατά συστηματικά. Θα ήταν ανόητη η γενίκευση από τα γραφόμενα του Roth. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον αν κάποιος έβλεπε αυτό που κρύβεται στην συναρπαστική περιγραφή της πένας του. Ότι όπου δεν υπάρχει αγάπη, η λίμπιντο δεν γεννά ευτυχία, αλλά ακόρεστη επιθυμία για ικανοποίηση, χωρίς όμως αλήθεια. Ο άνθρωπος θα πεθάνει με τις επιθυμίες του. Το ζήτημα είναι πώς θα βρει το πρόσωπό του, έναν εαυτό που θα ανταποκρίνεται όχι στην κατ’ όψιν ομορφιά, αλλά στην ομορφιά της καρδιάς. Νομίζουμε ότι ο συγγραφέας-προφήτης αυτό μας δείχνει σε καιρούς όπου τα συναισθήματα σβήνουν ή καλύπτονται από την εργαλειοποίηση τόσο της επιθυμίας, όσο και του σώματος.
Από την άλλη, “ο κόμης Φραντς Ξάβερ Μορστίν, ο τελευταίος μιας παλιάς πολωνικής γενιάς, που είχε την καταγωγή της στην Ιταλία και είχε εγκατασταθεί στην Πολωνία τον 16ο αιώνα. Δεν θεωρούσε τον εαυτό του Πολωνό ή Ιταλό, μέλος της πολωνικής αριστοκρατίας ή αριστοκράτη ιταλικής καταγωγής. Όχι, όπως πολλοί άλλοι σαν αυτόν στις παλιές χώρες της Αυστροουγγρικής Μοναρχίας ήταν απλώς Αυστριακός, και μάλιστα από τους ευγενέστερους εκπροσώπους αυτού του τύπου: ένας άνθρωπος, δηλαδή, υπεράνω εθνικοτήτων. Αληθινός αριστοκράτης. Αν τον ρωτούσαν, ας πούμε- αλλά ποιος θα σκεφτόταν ποτέ να του κάνει τέτοια ανόητη και άσκοπη ερώτηση;- σε ποιο ,,έθνος,, ή σε ποιον λαό ένιωθε πως ανήκε, ο κόμης θα σάστιζε και θ’ απορούσε, βρίσκοντας την ερώτηση πληκτική, ακόμα και εκνευριστική ίσως. Με ποια κριτήρια άλλωστε μπορούσε να ορίσει και ν’ αποφασίσει ότι ανήκε σε ετούτο ή σε εκείνο το έθνος;- Μιλούσε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες με την ίδια ευχέρεια, ένιωθε σαν στο σπίτι του σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες, οι φίλοι του και οι συγγενείς του ζούσαν διασκορπισμένοι στον απέραντο πολύχρωμο κόσμο. Μια μικρογραφία αυτού του πολύχρωμου κόσμου ήταν και η αυτοκρατορική και βασιλική μοναρχία, και γι’ αυτό η μόνη που θα μπορούσε να θεωρεί πατρίδα του ο κόμης” (σσ. 71-72). Αυτός ο αληθινός κοσμοπολίτης αισθανόταν χρέος και σκοπό της ζωής του να βοηθά τους συνανθρώπους του, όχι για να λάβει ανταπόδοση χρηματική ή δόξας, αλλά από καλοσύνη και αληθινή αγάπη για τον λαό που έγινε παράδοση, δίνοντας νόημα στην ζωή του κόμη και των προγόνων του. Ταυτόχρονα, ο κόμης είχε σεβασμό, πίστη και υπακοή σε όσους βρίσκονταν ψηλότερα από τον ίδιο, όπως ο Αυτοκράτορας. Αυτόν τον σεβασμό, σε συνδυασμό με τον κοσμοπολιτισμό, δίδασκε στον λαό. Γι’ αυτό και όταν έπεσε η αυτοκρατορία μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, με τον θρίαμβο “της αρχής των εθνοτήτων”, ο κόμης δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στον νέο κόσμο. Και η νουβέλα έχει ως θέμα της την ταφή της προτομής του αυτοκράτορα, την οποία πραγματοποίησε ο κόμης, αντί να επιτρέψει την καταστροφή της, με την συμμετοχή των εκπροσώπων των τριών θρησκευτικών πεποιθήσεων που συνυπήρχαν στην κοινότητά του: του Ουκρανού ελληνορθόδοξου ιερέα, του ρωμαιοκαθολικού και του Εβραίου. Η νουβέλα θα κλείσει με τον μονόλογο του κόμη: “είδα με τα μάτια μου έξυπνους να αποβλακώνονται, σοφούς να ξεμωραίνονται, προφήτες να βγαίνουν ψεύτες. Είδα ανθρώπους ειλικρινείς και πιστούς της αλήθειας να καταντούν απατεώνες. Καμιά ανθρώπινη αρετή δεν είναι αιώνια σε τούτον τον κόσμο, μία μόνο: η αληθινή ευλάβεια. Ο πιστός δεν μπορεί να μας απογοητεύσει, αφου τίποτα εγκόσμιο, τίποτα επίγειο δεν μας υπόσχεται. Ο αληθινός πιστός δεν μας απογοητεύει, επειδή δεν γυρεύει εδώ στην γη το συμφέρον και το κέρδος του. Για τη ζωή των λαών αυτό σημαίνει: μάταια ψάχνουν τις λεγόμενες εθνικές αρετές τους, αρετές πιο αμφίβολες ακόμα από τις αρετές τις ατομικές. Γι’ αυτό μισώ τα έθνη και τα εθνικά κράτη. Η παλιά μου πατρίδα, η μοναρχία, ήταν ένα σπίτι μεγάλο, με πολλές πόρτες και πολλά δωμάτια, χωρούσε πολλών λογιών ανθρώπους. Τώρα το σπίτι μοιράστηκε, κομματιάστηκε, γκρεμίστηκε. Δεν έχω πια καμιά δουλειά εκεί. Είμαι μαθημένος να ζω σε σπίτι, όχι σε καμαράκια” (σσ. 114-115). Και αφήνει στην διαθήκη του να τον θάψουν όχι στον οικογενειακό τάφο, αλλά δίπλα στην προτομή του αυτοκράτορα.
Ο Roth περιγράφει την θλίψη που αισθάνεται μπροστά στον καινούργιο κόσμο αυτός που έχει μάθει να ζει με την παράδοση της καλοσύνης και της αγάπης. Βλέπει την ζωή κοσμοπολίτικα, όχι όμως στην προοπτική του μπονβιβερισμού, αλλά στην προοπτική της αρχοντιάς και της προσφοράς. Ο κοσμοπολίτης δεν ελιναι διεθνιστής αλλά οικουμενικός άνθρωπος. Και, χωρίς να μένουμε στην αντίληψη του Roth ότι τα εθνικά κράτη είναι άνευ σημασίας, διότι κάτι τέτοιο είναι εντελώς ουτοπικό, κρατάμε την πεποίθηση ότι ο άνθρωπος δεν υπάρχει για να περιχαρακώνεται στις ιδέες του, στην καταγωγή του, στα ίδια, αλλά για να είναι ανοιχτός. Σε έναν κόσμο στον οποίο η παράδοση τείνει να θαφτεί στον βωμό όχι ενός αρχοντικού κοσμοπολιτισμού, αλλά ενός στείρου καταναλωτισμού και μιας άνευ περαιτέρω νοήματος συμφεροντολογίας, η παράδοση της αρχοντιάς, της προσφοράς, της συνύπαρξης με αγάπη είναι κλειδί και για μας τους Έλληνες. Ο Roth μάς υπενθυμίζει τον Μικρασιατικό Ελληνισμό. Όχι τον μιμητισμό των ξένων, αλλά την ενσωμάτωση των γόνιμων στοιχείων στην αρχοντιά του Έλληνα. Και μας φέρνει στον νου τον υπέροχο στίχο του δικού μας μεγάλου κοσμοπολίτη και αυθεντικού ποιητή Κ.Π.Καβάφη: “Υπήρξεν έτι το άριστον εκείνο, Ελληνικός —ιδιότητα δεν έχ’ η ανθρωπότης τιμιοτέραν· εις τους θεούς ευρίσκονται τα πέραν” (“Επιτύμβιον Αντιόχου, βασιλέως Κομμαγηνής”, 1923).
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
31 Δεκεμβρίου 2022