ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 115– Charles Dickens, “ΕΚΚΛΗΣΗ ΣΤΙΣ ΕΚΠΤΩΤΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ”, εισαγωγή-μετάφραση Ευαγγελία Κουλιζάκη, εκδόσεις Sestina
Λίγοι γνωρίζουν ότι ο σπουδαίος Charles Dickens, εκτός από συγγραφέας, υπήρξε και αγωνιστής στην πράξη για την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της βικτωριανής Αγγλίας που είχαν να κάνουν με τον άνθρωπο. Ένα από αυτά ήταν και οι νέες κοπέλες που εξαιτίας της φτώχειας και της εγκατάλειψης ζούσαν είτε στον δρόμο, είτε εκδίδονταν ως πόρνες, είτε έκλεβαν, είτε έκαναν απόπειρα αυτοκτονίας, προκειμένου να επιβιώσουν οι ίδιες ή και κάποιοι φτωχοί συγγενείς τους.
Σε ένα εξαιρετικό βιβλίδιο, με τίτλο “Έκκληση στις έκπτωτες γυναίκες”, που κυκλοφορείται στα ελληνικά με μία υπέροχη γκραβούρα για εξώφυλλο, σε μετάφραση `Ευαγγελίας Κουλιζάκη, η οποία έχει γράψει και την εισαγωγή, εκδόσεις Sestina, μαθαίνουμε σημαντικές λεπτομέρειες, οι οποίες δείχνουν την ακρότητα της φτώχειας σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα, την απουσία κρατικής πρόνοιας (δείγμα όχι μόνο κοινωνικής και πολιτικής ασπλαχνίας, αλλά και πού οδηγεί μία κοινωνία ένας οικονομικός φιλελευθερισμός χωρίς ανθρώπινο πρόσωπο), όπως επίσης και της σημασίας ιδιώτες που έχουν χρήματα να μην τα δαπανούν για τον εαυτό τους και μόνο, αλλά να έχουν αίσθηση κοινωνικής ευθύνης. Κυρίως όμως οι συνθήκες αυτές μαρτυρούν πόσο ευάλωτες ήταν οι γυναίκες, τα πρώτα θύματα της φτώχειας, οι οποίες καλούνταν εκδίδοντας τον εαυτό τους, πουλώντας το σώμα τους ως πόρνες, να στηρίξουν τα αδέρφια και τις πατρικές τους οικογένειες. Το τραγικό, όπως σε κάθε εποχή, είναι η απόρριψη από την πλευρά τόσο των χρηστών των “υπηρεσιών” που παρείχαν οι γυναίκες, όσο και από τις άλλες γυναίκες και την υπόλοιπη κοινωνία, των προσώπων των κοριτσιών και γυναικών, που ζούσαν συνήθως σε άθλιες συνθήκες, κακοποιημένες από τους άντρες που οργάνωναν το εμπόριο της σάρκας τους, αλλά και δίδοντας ό,τι μπορούσαν να κρατήσουν από την γλίσχρα αμοιβή τους για τις πατρικές τους οικογένειες.
“Το 1857 υπήρχαν περίπου οκτώμισι χιλιάδες πόρνες γνωστές στην αστυνομία, αλλά ο πραγματικός αριθμός πρέπει να ήταν τουλάχιστον δέκα φορές μεγαλύτερος. Οι βικτοριανοί κατακεραύνωναν την πορνεία και οι απολύτως ανελαστικές αντιλήψεις τους όσον αφορά στη γυναικεία σεξουαλικότητα (την οποία αντιμετώπιζαν,στην καλύτερη των περιπτώσεων, ως σύμπτωμα κάποια μυστηριώδους νόσου που απαιτούσε θεραπεία) δεν τους επέτρεπαν να διακρίνουν κάτι άλλο πέρα από ένα επονείδιστο τρόπο ζωής: ο στιγματισμός και η ηθική κατάπτωση που συνδέονταν με αυτό τον τρόπο ζωής διασφάλιζαν, μες στον οικόσιτο κομφορμισμό του βικτοριανού σαλονιού, πως η πορνεία δεν μπορούσε να αποτελεί επιλογή- και συνεπώς η ενδοβεβλημένη αγγελικότητα των γυναικών ήταν αδύνατον να απειληθεί” (σσ. 19-20).
Ο Dickens, ο οποίος έχει δημιουργήσει εξαιρετικές ηρωΐδες, με κορυφαία ίσως την Νάνσυ στο “Όλιβερ Τουίστ”, οι οποίες αποτυπώνουν την εσωτερική σύγκρουση που βίωναν όντας αναγκασμένες να ζούνε στην κατάσταση της πορνείας, που όμως δεν τις καθιστούσε λιγότερο ανθρώπους, οργάνωσε ένα σπουδαίο πρόγραμμα διάσωσης και επανένταξης τέτοιων κοριτσιών, οι περισσότερες εκ των οποίων ήταν στα 20 τους χρόνια. Τον βοήθησε ως χρηματοδότης μία εξαίρετη προσωπικότητα, η γόνος τραπεζιτών Angela Burdett- Coutts, η οποία είχε εμπλακεί στην αναμόρφωση ολόκληρων περιοχών του Λονδίνου που μαστίζονταν από την φτώχεια, χτίζοντας σπίτια και εξασφαλίζοντας παροχές ύδρευσης στους κατοίκους. Τάχθηκε σθεναρά εναντίον της παιδικής εργασίας και συγχρόνως οργάνωσε σειρές μαθημάτων για παιδιά της εργατικής τάξης που δεν είχαν πρόσβαση στην εκπαίδευση, ώστε να αποκτήσουν γνώση ενός επαγγέλματος ή μιας τέχνης- και συνεπώς καλύτερες πιθανότητες επιβίωσης. Διέθεσε μεγάλο μέρος των χρημάτων της σε υποτροφίες και χορηγίες, ενώ δημοσίευσε άρθρα περί φιλανθρωπίας και κοινωνικής μεταρρύθμισης (σσ. 16-18). Αρνήθηκε να παντρευτεί, για να μη γίνει ο όποιος σύζυγος διαχειριστής της περιουσίας της. Ο Dickens απευθύνθηκε σ’ αυτήν, για να χτίσουν το Urania Cottage (Η αγροικία της Ουρανίας Αφροδίτης).
Σκοπός της κατοικίας αυτής ήταν εξασφαλίσει επιβίωση και κοινωνική επανένταξη σε κοπέλες που θα συμμετείχαν στο πρόγραμμα, βγάζοντάς τες κυριολεκτικά από τον δρόμο. “Η ονομασία της αγροικίας διατηρήθηκε για προφανείς λόγους-επειδή η Ουράνια Αφροδίτη ήταν η θεά του αγνού, πνευματικού έρωτα που έπρεπε να αποτελεί το ιδανικό για τις κοπέλες, σε αντίθεση με την Πάνδημο Αφροδίτη, τη θεά του σαρκικού έρωτα, απ’ τον οποίο άλλωστε είχαν προκύψει και όλα τους τα προβλήματα. Ο όρος ,,αγροικία,, προτιμήθηκε επειδή εξέπεμπε τη ζεστασιά και την οικειότητα που αποπνέει ένα σπιτικό- και ο Dickens, επέμενε στη χρήση της λέξης ,,σπίτι,, όταν γίνονταν αναφορές στο οίκημα και τη λειτουργία του, για να είναι σαφής ο διαχωρισμός από την έννοια του ,,ιδρύματος,,, που μέχρι τότε είχε αρνητικές συνδηλώσεις” (σ. 23). Τα Ιδρύματα εκείνης της εποχής γι’ αυτές τις γυναίκες είχαν χαρακτήρα είτε τιμωρίας είτε θρησκευτικού εκφοβισμού και ήξερε καλά ότι δεν θα έδιναν τη δυνατότητα στις κοπέλες να επανενταχθούν. Θυμόταν τη δική του παιδική ηλικία και το πώς μπόρεσε, παρότι θύμα και αυτός της εκμετάλλευσης της παιδικής εργασίας, να γλιτώσει. Αυτό που επιθυμούσε, στα πλαίσια των δεδομένων της εποχής, ήταν το Urania Cottage να γίνει “ένα πραγματικό καταφύγιο, όπου οι κατατρεγμένες κοπέλες θα μπορούσαν να αναπνεύσουν μακριά από τον φόβο της επίκρισης και της τιμωρίας και να ανακαλύψουν και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους, με σχεδόν μητρική φροντίδα και πατρική καθοδήγηση, ενώ θα προετοιμάζονταν για την καινούργια τους ζωή στον Καναδά, την Αυστραλία, τη Νότια Αφρική και τη Νέα Ζηλανδία- ως υπηρέτριες, καμαριέρες, σύζυγοι και και μητέρες” (σ. 25).
Πάντως, “η ιδέα ενός χώρου που θα ήταν λιγότερο ,,ίδρυμα,, και περισσότερο ,,δομή φιλοξενίας,,, με κήπους και πιάνο, φάνηκε σοκαριστική στη λονδρέζικη κοινωνία, η οποία θεώρησε σπατάλη χρόνου και χρημάτων την επένδυση στη στοιχειώδη μόρφωση και καλλιέργεια γυναικών που, στα δικά τους προνομιούχα μάτια, ευθύνονταν οι ίδιες για την τύχη τους και συνεπώς ήταν ανεπίδεκτες σωτηρίας. Ειδικότερα το πιάνο σχολιάστηκε αρνητικά ως περιττή πολυτέλεια: μόλις ο Dickens ενημερώθηκε για τις αντιδράσεις, διέδωσε σκόπιμα τη φήμη πως στο Σπίτι δεν θα υπήρχε ένα πιάνο, αλλά ένα πιάνο για κάθε κορίτσι”! (σ. 27).
Για να προωθήσει το πρόγραμμα ο Dickens έγραψε το φυλλάδιο με τίτλο “Έκκληση στις έκπτωτες γυναίκες”, ώστε να καταστήσει ευρύτερα γνωστή την ύπαρξη του σπιτιού αυτού (για το οποίο δημόσια ο Dickens δεν αποκάλυπτε πού βρισκόταν, για να προφυλάξει το πρόγραμμα) και να ενθαρρύνει με αυτόν τον τρόπο τις γυναίκες να ζητήσουν βοήθεια. Ο Dickens δημοσίευσε το κείμενο “στο τεύχος 161 του Household Words, περιοδικού που διηύθυνε ο ίδιος ο Dickens, από τις 30 Μαρτίου 1850 έως τις 28 Μαΐου 1859. Το όνομα του περιοδικού προέρχεται από τον στίχο του σαιξπηρικού έργου Ερρίκος ο Ε’, και συγκεκριμένα απ’ τον περίφημο λόγο της Ημέρας του Αγίου Κρισπίνου- Familiar in their mouths as Household Words. Η επιλογή του ονόματος αποσκοπούσε στο να καταδειχθεί πως στα οικεία, γνώριμα πράγματα, ακόμη και σ’ εκείνα που μοιάζουν απωθητικά, υπάρχει αίγλη, αρκεί να την ανακαλύψει κανείς” (σσ. 29-30).
Ο λόγος του Dickens είναι τρυφερός, πατρικός, αδελφικός: “Και μην νομίζεις ότι σου γράφω θεωρώντας τον εαυτό μου ανώτερο από σένα ή ότι επιδιώκω να σε πληγώσω, υπενθυμίζοντάς σου την κατάσταση στην οποία βρίσκεσαι. Θεός φυλάξοι! Σου γράφω με τις καλύτερες προθέσεις, σαν να ήσουν αδελφή μου” (σ. 38). Αφού αναφέρεται στις συνθήκες στις οποίες οι κοπέλες θα μπορέσουν να ζήσουν ανθρώπινα, εγκαταλείποντας τον δρόμο και τις εξαρτήσεις του, κάνει αναφορά στην χορηγό του προγράμματος, αναφέροντας ότι “η κυρία δεν θα ήθελε σε καμία περίπτωση οι νεαρές γυναίκες που φιλοξενήθηκαν στο καταφύγιο, προσαρμόστηκαν στα καθήκοντά τους εκεί και μετανόησαν, να ζήσουν αποκλεισμένες απ’ τον κόσμο- αντιθέτως, επιθυμία και σκοπός της είναι να επανενταχθούν στην κοινωνία, αποκομίζοντας το μέγιστο δυνατό όφελος για τις ίδιες και συνδράμοντας τους άλλους” (σ. 40). Ο Dickens πιστεύει στην ηθική και ψυχική δύναμη των κοριτσιών αυτών, όμως ξεκαθαρίζει ότι πρέπει να αλλάξουν: “να θυμάσαι επίσης πως πρέπει να βρεις τη δύναμη να εγκαταλείψεις όλες τις παλιές σου συνήθειες. Πρέπει να βρίσκεσαι σε διαρκή επαγρύπνηση, να έχεις αυτοέλεγχο και να παραμένεις εγκρατής. Να είσαι ευγενική, πρόσχαρη, επίμονη και υπομονετική. Και το πιο σημαντικό: να είσαι ειλικρινής, να λες πάντα την αλήθεια. Κάνε το αυτό και τα υπόλοιπα είναι εύκολα” (σ. 41). Και κλείνει την έκκλησή του λέγοντας τα εξής, ζεστά και ανθρώπινα: “είτε δεχτείς είτε απορρίψεις την πρότασή μου, σκέψου την. Αν μένεις ξάγρυπνη στη σιωπή και τη μοναξιά της νύχτας, σκέψου την ξανά. Αν επιζούν μέσα σου μνήμες από μια εποχή αθωότητας, που ήσουν πολύ διαφορετική, σκέψου την πάλι. Αν γλυκαθείς στην ανάμνηση μιας οποιασδήποτε στιγμής τρυφερότητας ή στοργής που μπορεί να σου έδειξαν ή να ένιωσες κάποτε ή ανακαλείς δυο λέξεις καλοσύνης που κάποιος κάποτε σου είχε πει, δοκίμασε να την ξανασκεφτείς. Κι αν ποτέ η φτωχή καρδιά σου, βγαίνοντας απ’ τη νάρκη της, νιώσει τι θα μπορούσες στ’ αλήθεια να είσαι, και τι είσαι, σ’ εξορκίζω, ξανασκέψου την πρότασή μου τότε και συλλογίσου τι μπορείς ακόμα να γίνεις. Πίστεψέ με ότι είμαι και παραμένω, με κάθε ειλικρίνεια, ΦΙΛΟΣ ΣΟΥ” (σ. 42).
Πεντέμισυ χρόνια μετά την έναρξη λειτουργίας του προγράμματος ο Dickens κάνει έναν απολογισμό του. Συνολικά αναφέρει ότι 56 κοπέλες ωφελήθηκαν από την δομή. 30 εξ αυτών βρίσκονταν πλέον στην Αυστραλία, έχοντας επιτύχει τον σκοπό για τον οποίο εισήχθησαν. Περίπου οι μισές δηλαδή βρήκαν μια καινούργια ζωή. Ο Dickens δεν αισθάνεται απογοητευμένος. Γνωρίζει ότι η προσπάθεια ήταν δύσκολη. Περιγράφει την οργάνωση της ζωής στο σπίτι αυτό, στο οποίο υπάρχουν δύο διευθύντριες, υπάρχει επιτροπή κυρίων που λειτουργεί σαν εποπτικό συμβούλιο και δέχεται σε ακρόαση κοπέλες που έχουν παράπονα. Ισχύει η εμπιστευτικότητα και για την προέλευση των παραπόνων δεν ενημερώνονται οι διευθύντριες, αλλά λαμβάνονται μέτρα ώστε να βελτιωθεί τυχόν δύσκολη κατάσταση. Υπάρχει καταμερισμός εργασίας. Η τράπεζα είναι κοινή, τόσο για το φαγητό όσο και για την προσευχή και την ανάγνωση της Αγίας Γραφής. Οι κοπέλες εκπαιδεύονται σε όλες τις οικιακές εργασίες. Η χρήση βιβλίων είναι στοιχειώδης. Καθημερινά υπάρχει διδασκαλία για δύο ώρες, ώστε οι κοπέλες να μάθουν να διαβάζουν, να γράφουν, να κωδικοποιούν. Στα διαλείμματα υπάρχει η δυνατότητα παρέας μεταξύ τους, ενώ στα απογευματινά, που περιλαμβάνουν κέντημα και ραπτική, κάποια διαβάζει δυνατά ενδιαφέροντα βιβλία. Το Σάββατο είναι η ημέρα της καθαριότητας και του λουτρού. Την Κυριακή πηγαίνουν στην λειτουργία, με απλή αμφίεση για να μην ξεχωρίζουν. Τα βράδια της Κυριακής γίνεται θρησκευτική κατήχηση από την αρχιδιευθύντρια, ενώ ένας ιερωμένος έρχεται σχετικά συχνά για συμπλήρωση της κατήχησης. Επισκέψεις επιτρέπονται, όχι όμως τακτικά. Επιβάλλεται η αλληλογραφία με οικείους, με ανάγνωση όμως των επιστολών από την αρχιδιευθύντρια. Ο Dickens επισημαίνει ότι όλες οι κοπέλες είναι “ανεξαιρέτως εύθικτες και ζηλιάρες” (σ. 54).
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο βαθμολογικός πίνακας, στον οποίο καταγράφονται οι επιδόσεις των κοριτσιών στις “εννέα ακόλουθες κατηγορίες: Ειλικρίνεια, Εργατικότητα, Ευπρέπεια στη χρήση του λόγου και στη συμπεριφορά, Εγκράτεια, Τάξη, Ακρίβεια, Οικονομία, Καθαριότητα” (σ. 56). “Η αξία των καλών βαθμών αντιστοιχεί σε έξι σελίνια και έξι πένες ανά χιλιάδα” (σ. 57). Η στάση αυτή είναι καθαρά προτεσταντική. Τα χρήματα που κερδίζουν όσες πάνε καλά είναι περίπου ο μέσος μισθός μιας υπηρέτριας. “Στο σπίτι απαγορεύεται να πεταχτεί ή να πάει χαμένο οτιδήποτε. Από τα υπολείμματα φαγητού ή τα κόκαλα οι κοπέλες μαθαίνουν να φτιάχνουν σούπες για τους φτωχούς και τους αρρώστους-μια πρακτική που τις εκπαιδεύει στην οικιακή οικονομία, ενώ συγχρόνως καλλιεργεί τη συμπάθειά τους προς τους κατατρεγμένους” (σσ. 59-60). Όταν μια κοπέλα κριθεί ότι δεν τηρεί τους κανόνες και πρέπει να αποπεμφθεί, “η αυστηρότητα στην εφαρμογή της απόφασης-και σ’ αυτή και σε κάθε άλλη περίπτωση- συνιστά την πλέον ανθρωπιστική προσέγγιση, καθώς έχει καταλυτική επίδραση στην πλειοψηφία των κοριτσιών. Για τον ίδιο λόγο εξάλλου και η απλώς επαπειλούμενη αποπομπή τους δεν χρησιμοποιείται ποτέ ως μέσο εκφοβισμού. Ως προς τη διαχείριση, δύο σημεία είναι ιδιαζόντως σημαντικά: το πρώτα αφορά στο ότι αντενδείκνυνται οι αναφορές στο παρελθόν. Το δεύτερο ότι απαγορεύεται να τους συμπεριφέρονται σαν να είναι παιδιά” (σσ. 61-62). Αυτός ο τρόπος μόρφωσης και αγωγής δείχνει ότι τελικός σκοπός του προγράμματος είναι η ανάληψη της προσωπικής ευθύνης. “Καθώς μερικές απ’ τις κοπέλες που φιλοξενούνται στο Σπίτι πρέπει να προστατευτούν περισσότερο απ’ τον ίδιο τους τον εαυτό παρά από άλλους ανθρώπους, τα σχετικά μέτρα προφύλαξης κρίνονται παραπάνω από απαραίτητα. Αυτά τα μέτρα δεν τους επιβάλλονται, μας οι κοπέλες οπωσδήποτε παρακολουθούνται στενά” (σ. 63).
Ο Dickens επισημαίνει πάντως ότι ακόμη και σε περιπτώσεις μη επιτυχίας του προγράμματος είναι εμφανής “η εκπληκτική μεταμόρφωση στην εμφάνιση των φιλοξενουμένων κοριτσιών. Θεωρώντας αυτονόητο πως όλες δείχνουν καθαρές και υγιείς (κάτι που εκλαμβάνεται και ως φυσικό επακόλουθο της φροντίδας που δέχονται), σταδιακά σμιλεύονται στις εκφράσεις των χαρακτηριστικών – αλλά και στη συνολική αύρα της καθεμιάς- στοιχεία εξανθρωπισμού και εκλέπτυνσης που μπορεί κανείς απλώς να τα φανταστεί” (σσ. 64-65). Αυτό το βεβαιώνουν και αστυνομικοί ανακριτές, πριν δώσουν την άδεια μετανάστευσης σε κάποιες από τις κοπέλες, τις οποίες θυμόντουσαν πώς ήταν στο κρατητήριο. Ούτε και οι παλιοί τους σύντροφοι θα μπορούσαν να τις αναγνωρίσουν! Ο Dickens θα κλείσει με αναφορά σε περιπτώσεις και με μια συγκινητική επιστολή κάποιας πρώην τροφίμου που παντρεύτηκε και είναι πλέον ευτυχισμένη και γράφει εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη της στο πρόγραμμα.
Η προσφορά του μεγάλου λογοτέχνη λοιπόν δεν ήταν μόνο στα γράμματα ή στην ευαισθητοποίηση της κοινωνίας της εποχής για μία σειρά κοινωνικών προβλημάτων όπως η βία εναντίον των γυναικών και των παιδιών, η εκμετάλλευση της εργασίας, οι κοινωνικές και ταξικές ανισότητες, η ανάγκη για βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων. Ο Dickens δεν διστάζει να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε οι ιδέες του να γίνουν πράξη και μάλιστα σε έναν χώρο στον οποίο δύσκολα θα περίμενε κάποιος από μία τέτοια προσωπικότητα να ευαισθητοποιηθεί: στις γυναίκες που υπέκυπταν στην πορνεία ή στην μικροεγκληματικότητα. Δεν ήταν ο αγώνας του να εξαλείψει τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς. Όμως νοιάστηκε για τα θύματα της ανθρώπινης αδικίας, εκμετάλλευσης και σκληρότητας, όχι απλώς για να βελτιωθούν αλλά για να επανενταχθούν. Με ρεαλισμό, με συγκεκριμένους στόχους, χωρίς έναν μαξιμαλισμό που σήμερα θα ήταν μάλλον αυτονόητος, ο συγγραφέας μάς δείχνει ότι η αλλαγή είναι ένα μικρό θαύμα που ξεκινά με την βοήθεια αυτών που αγαπούνε.
Αυτή η στάση παρουσιάζει ενδιαφέρον για πολλούς χώρους που σήμερα αδιαφορούν. Μας δείχνει όμως και κάτι σπουδαίο: ότι ο λογοτέχνης, πέρα από την παιδεία που προσφέρει, μπορεί να τεθεί επικεφαλής στον αγώνα για μια κοινωνία που να δίνει ευκαιρίες σε όλους, κυρίως όμως στους πιο αδύναμους! Αυτό είναι και το νόημα της αγάπης και της ανθρωπιάς!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
8 Ιουνίου 2023