Οι άνθρωποι αγαπούμε τα λουλούδια, όχι μόνο γιατί στολίζουν το σπίτι μας, το γραφείο μας, την ζωή μας, αλλά και γιατί αναδύουν μία ευωδία η οποία μας ευφραίνει. Τα έχουμε συνδέσει με τα μεγάλα γεγονότα της ζωής. Στον γάμο η γυναίκα παίρνει ως δώρο την νυφιάτικη ανθοδέσμη. Μετά την γέννα ο πατέρας δίδει στην γυναίκα του, ως σημάδι ευχαριστίας και εκτίμησης και αγάπης, αλλά και χαράς για το ότι έφερε στον κόσμο του παιδί τους, λουλούδια. Σε κάθε εκδήλωση τα λουλούδια είναι σημάδι κατατεθέν, σημάδι ευγένειας, αρχοντιάς, ομορφιάς. Το άρωμά τους μένει χαρακτηριστικό, ιδίως όταν είναι από αγροκήπιο και ελκύει τον άνθρωπο. Αντίστοιχα γίνεται και με την οσμή από τα αρώματα που φορούμε οι άνθρωποι για να μπορούμε να προσεγγίσουμε τους συνανθρώπους μας. Τα αρώματα σβήνουν την όποια κακοσμία και αισθανόμαστε χαρά και άνεση. Ας μη λησμονούμε και το λιβάνι της προσευχής. Και από αυτό αναδύεται μία ευχάριστη οσμή, διά της οποίας η προσευχή μας ανεβαίνει στον Θεό και χαρακτηρίζει την διάθεση της καρδιάς μας.
Στους Χαιρετισμούς της Υπεραγίας Θεοτόκου ο υμνογράφος την χαρακτηρίζει «οσμή της Χριστού ευωδίας». Η Παναγία είναι αυτή που ευωδιάζει Χριστό. Δεν είναι μόνο ότι Τον κυοφόρησε. Είναι ότι Τον έζησε ως Θεάνθρωπο. Τον γαλούχησε, Τον αγκάλιασε, Τον αισθάνθηκε σπλάχνο της. Την ίδια στιγμή, ο Χριστός αναδίδει την ευωδία της ουράνιας πραγματικότητας. Είναι «η οδός, η αλήθεια, η ζωή», είναι «η ανάστασις και η ζωή», είναι «το φως των ανθρώπων», είναι η αγάπη. Δεν είναι μόνο ωραίες λέξεις αυτές. Είναι ιδιότητες που αποτυπώνουν τη ταυτότητά Του. «Είναι» ο Χριστός, «δεν έχει» απλώς. Και αυτό το είναι παρομοιάζεται με την ομορφιά και την ευωδία των λουλουδιών, των αρωμάτων, του λιβανιού, που εγκαθίσταται στήν ύπαρξη της Παναγίας, στην ψυχή και το σώμα, και την κάνει να ευωδιάζει και εκείνη και όποιο προσπίπτει σ’ αυτήν, μοιράζεται αυτήν την ευλογημένη αρωματική οσμή, ως αλλοίωση και της δικής του ύπαρξης.
Οι άνθρωποι ζούμε και στην εποχή μας, αλλά και σε κάθε πραγματικότητα την κακοσμία της αμαρτίας. Την κακοσμία της υπεροψίας από τις γνώσεις μας, διά των οποίων δήθεν κατέχουμε την αλήθεια. Την κακοσμία της κακίας και του ψεύδους, με τα οποία πλημμυρίζουμε τις σχέσεις μας με τον πλησίον. Την κακοσμία μιας ζωής γεμάτης θανατίλα, διότι ό,τι χωρίζεται από τον Θεό είναι νεκρό. Ό,τι χωρίζεται από την αγάπη αφήνει προς τα έξω την αποφορά ενός εγωκεντρισμού που αυτοθεοποιείται, αλλά δεν σώζει. Ας θυμηθούμε τον λόγο της Μάρθας στο μνήμα, όταν ο Χριστός ζητά να βγάλουν την πέτρα για να αναστήσει τον Λάζαρο: « Κύριε, ήδη όζει». Ήδη όζουμε οι άνθρωποι χωρίς την παρουσία του Χριστού. Μόνο Εκείνος μπορεί να μας δώσει την ανάσταση και την ζωή, διότι είναι η ανάσταση και η ζωή. Και η Παναγία πρώτη το έζησε και το ζει και μας καλεί να την μιμηθούμε, παλεύοντας να ζήσουμε κι εμείς την ευωδία της πίστης.
Η Παναγία έγινε τελικά η ζωή της μυστικής ευωχίας. Γίνεται ένα τραπέζι πλούσιο, στο οποίο οι τροφές δεν είναι απλές στερεωτικές για την επιβίωσή μας. Είναι μυστικές, δηλαδή αγκαλιάζουν την καρδιά μας, την γεμίζουν ελπίδα ζωής, την κάνουν να αγαπά, να συγχωρεί, να μη φοβάται τον θάνατο, να μην νικιέται από οποιαδήποτε δοκιμασία. Και μας δίνει χαρά, καθώς έχει γίνει η μητέρα της Χαράς των πάντων, του Χριστού. Όπως η ίδια κοινώνησε τον Θεό στην ύπαρξή της, κυοφορώντας Τον έτσι κι εμείς, καλούμαστε να την μιμηθούμε, κοινωνώντας Τον στην ζωή της Εκκλησίας, στο μυστήριο της ζωής που είναι η Θεία Ευχαριστία. Στο μυστήριο της αγάπης. Στο μυστήριο της ταπείνωσης. Στο μυστήριο της συγχώρεσης. Στην προσευχή και την άσκηση. Στην συνύπαρξη με τον πλησίον, διά της οποίας σωζόμαστε και αγιαζόμαστε. Αυτήν την μυστική ευωχία που μπορεί να μην κάνει θόρυβο εντός του κοσμικού πνεύματος, που γέμει υλικής τροφής και υλιστικού πνεύματος, αλλά γεννιέται και αναγεννιέται στην καρδιά όποιου πιστεύει. Όποιου επικαλείται την Υπεραγία Θεοτόκο και τον Υιό και Θεό της.
Οι χριστιανοί, συμμετέχοντας στα «Χαίρε» προς την Υπεραγία Θεοτόκο, κι ας είμαστε λίγοι, ξαναβρίσκουμε τον δρόμο της αρχοντιάς των λουλουδιών, της ευγένειας και της ομορφιάς. Στολίζουμε τον κόσμο, στον οποίο ζούμε. Και δείχνουμε, ταπεινά και υπομονετικά, ότι η αληθινή ομορφιά βρίσκεται στην ευωδία του Χριστού. Αυτή που νικά κάθε θάνατο και αρωματίζει την σύνολη ύπαρξή μας με αγάπη, ανάσταση, αιωνιότητα.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 9 Απριλίου 2021
Δ’ Χαιρετισμοί