ΣΙΩΠΩ ‘Η ΜΙΛΩ;
«Η σιωπή είναι μυστήριο του μέλλοντος αιώνος. Οι λόγοι είναι όργανο του κόσμου τούτου» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)
Δεν μας είναι εύκολο πάντοτε να μιλούμε. Ιδίως όταν χρειάζεται να επισημάνουμε σημεία της συμπεριφοράς του άλλου, με τον οποίο σχετιζόμαστε, εκεί φοβόμαστε την άρνηση, τη σύγκρουση, τη διάσπαση. Δεν αντέχουμε να βλέπουμε τον άλλο να είναι θυμωμένος μαζί μας. Δεν αντέχουμε να τον βλέπουμε να αρνείται τον λόγο μας. Να θεωρεί πως ό,τι λέμε είναι κατασκευασμένο από τη φαντασία μας, ότι τον αδικούμε, ότι δεν βλέπουμε τι συμβαίνει γύρω μας και είμαστε έτοιμοι να φορτώσουμε σε εκείνον κατηγορίες που αρμόζουν σε άλλους ή που δεν είναι, τελικά, τόσο σημαντικές. Έτσι, προτιμούμε τη σιωπή. Προτιμούμε την ησυχία μας. Μπορεί μέσα μας να «βράζουμε». Ωστόσο, δεν θέλουμε να αναλάβουμε το κόστος του λόγου.
Αυτό συμβαίνει στις σχέσεις του ζευγαριού. Νιώθουμε ότι αν ο άλλος ακούσει από εμάς τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα αναφορικά με τον χαρακτήρα του, τη συμπεριφορά του, τις πράξεις ή, κυρίως, τις παραλείψεις του, τότε θα γκρεμιστούν οι γέφυρες της αγάπης και η σχέση μας θα κλονιστεί. Ακόμη κι αν η συμπεριφορά είναι εντελώς απορριπτέα, όπως σε περιπτώσεις βίας, είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε δικαιολογίες, γιατί δεν θέλουμε να μείνουμε μόνοι μας. Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά. Δεν θέλουμε να χαλάσουμε σ’ αυτά το χατίρι, να τα στενοχωρήσουμε. Έτσι, είναι σύνηθες να αποφεύγουμε τον έλεγχο ή να λάβουμε κάποιες αποφάσεις γι’ αυτά ως ενήλικες που είμαστε, μόνο και μόνο για να μη χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε το σκοτεινιασμένο πρόσωπό τους.
Ο ασκητικός λόγος αναφέρεται στη σιωπή ως μυστήριο του μέλλοντος αιώνος. Εκεί, η ψυχή μας και, όταν θα ξαναέρθει ο Χριστός, η σύνολη ύπαρξή μας δεν θα χρειάζεται να μιλά για να πείσει, για να αποδείξει, για να εκδηλώσει συναισθήματα, αφού όλα θα είναι στη διαφάνεια του φωτός, της κοινωνίας της αγάπης, όπου η θέα του προσώπου του Χριστού, των Αγίων, των άλλων ανθρώπων θα είναι αρκετή για να νιώθουμε την πληρότητα της κοινωνίας. Κάθε λόγος θα είναι περιττός τότε, καθώς δεν θα έχει να προσθέσει κάτι στη χαρά την οποία θα ζούμε. Όμως ο ίδιος ασκητικός λόγος μάς υπενθυμίζει ότι στον κόσμο τούτο οι λόγοι είναι απαραίτητοι. δείχνουν πορεία ζωής. Εκφράζουν συναισθήματα. Εκφράζουν προβληματισμούς. Μπορούν να ανοίξουν δρόμους αλήθειας, αρκεί να υπάρχει η αγάπη.
Μιλάμε με αγάπη και αγάπη; Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα, το οποίο χρειάζεται να μας απασχολεί. Σε όλες τις πτυχές της ζωής μας, στην οικογένεια, στην παρέα, στην εργασία, στην ηρεμία, στη σχέση με τον εαυτό μας, μιλάμε επειδή αγαπάμε; Είναι τα λόγια μας καρπός αυτής της αγάπης που νοιάζεται για την αλήθεια; Είναι μπολιασμένα με τη διάκριση του να μην κρύψεις το πραγματικό, αλλά και να μην εξουθενώσεις αυτόν που δεν μπορεί να το ζήσει; Πείθουμε ότι αγαπάμε με όσα λέμε και όσα πράττουμε; Διότι και οι πράξεις λόγος είναι, κάποτε και πιο αυθεντικός.
Η λογοδιάρροια των καιρών μας αποπνέει συχνά την τάση της αυτοδικαίωσης. Δυσκολευόμαστε να βρούμε αγάπη. Μόνο εξουσία και εγωκεντρισμό αποπνέουν οι κραυγές που ακούγονται και γράφονται. Λείπουν η σεμνότητα και η ευγένεια. Κυρίως όμως λείπει η φανέρωση μιας καρδιάς που θέλει να νιώσει τον άλλον, όχι για να τον αφήσει στο ψέμα του, αλλά για να του δώσει την ευκαιρία να βγει στην αλήθεια. Πάντως, το να προτιμούμε τον συμβιβασμό της σιωπής δεν είναι λύση.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
στο φύλλο της Τετάρτης 30 Οκτωβρίου 2024