ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ…
Παρουσίαση του ομότιτλου βιβλίου
Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου
Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου
Όποιος διαβάσει με προσοχή το πραγματικά απολαυστικό στην ανάγνωση βιβλίο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου “Σαν παραμύθι…” θα θυμηθεί σε ορισμένα σημεία την γραφίδα του μεγάλου λογοτέχνη μας Φώτη Κόντογλου. Οι πρωταγωνιστές των κειμένων του Σεβασμιωτάτου φέρνουν στον νου τον “Πέδρο Καζάς”, τις μορφές από το “Αϊβαλί η πατρίδα μου”, τους “Ταπεινούς Γίγαντες” του Μικρασιάτη λογοτέχνη μας. Δεν μένουμε τόσο στην εξαιρετική χρήση της γλώσσας και στο συναρπαστικό ύφος του Αγίου Λαρίσης. Για την λογοτεχνία πάντοτε ισχύει το de gustibus non est disputandum (αν και το “Δάκρυ” είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον λογοτεχνικό αφήγημα). Μας ενδιαφέρει περισσότερο η εξαιρετική επιλογή των πρωταγωνιστών. Περιστατικά της καθημερινής ζωής, άμεσα συνδεδεμένα με ανθρώπους, όχι επιφανείς και επίσημους, αλλά καθημερινούς, “ήρωες διπλανής πόρτας”. Ένα υλικό πλασμένο από τις μνήμες της παιδικής ηλικίας του συγγραφέα, από την οικογενειακή και κοινωνική ζωή που πέρασε στον τρυφερό χρόνο τόσο της παιδικότητας όσο και της νιότης, συγγενείς, φίλοι, γείτονες, άνθρωποι πονεμένοι αλλά και δυνατοί, με κοινό χαρακτηριστικό τους την απλότητα και την αγάπη. Είναι ένα βιβλίο αυθεντικά βιωματικό και γι’ αυτό συγκινεί!
Αν μάλιστα προσπαθήσουμε να δούμε το πώς ο Επίσκοπος Λαρίσης καταγράφει ένα βαθύ υπαρξιακό ερώτημα όπως αυτό του θανάτου, καθώς οι περισσότεροι ήρωες του βιβλίου είναι κεκοιμημένοι, θα διαπιστώσουμε ότι αυτό δεν είναι ούτε μία νοσταλγία του χτες ούτε ένα προσκλητήριο νεκρών. Αποτυπώνει μία γραφίδα χαρμολύπης, καθώς διαπιστώνουμε αυθεντικές όψεις της ορθόδοξης παράδοσης μέσα από την εξαιρετική αφηγηματικότητα. Λύπη για τον χρόνο που περνά, εκφρασμένη στην λιτότητα του “Έφυγαν” (σελ. 27) για τους ανθρώπους. Ταυτόχρονα, δήλωση ότι η μνήμη τόσο του χρόνου όσο και των ανθρώπων είναι ζώσα. “Όμως εμείς τους έχουμε στον νου μας”. Και αποτύπωση ανθρώπινων προσώπων που, παρά τα πολλά βάσανα που πέρασαν στην ζωή τους, δεν έχασαν, διότι αποδείχθηκαν “Μακάριοι άνθρωποι! Γενναίοι. Έβγαιναν νικητές της ζωής και μας διηγούνταν σαν παραμύθι τις μύριες δυσκολίες που πέρασαν!” (σελ. 36)
Η πίστη μας κάνει να χαιρόμαστε για την παρουσία κάθε ανθρώπου. Είναι “δώρο Θεού” ο όποιος άνθρωπος για όλους τους συνανθρώπους του, για όλους εμάς που με κάποιον τρόπο, ακόμη και λογοτεχνικό, ερχόμαστε σε επαφή μαζί του! Δεν είναι μόνο η αυτονόητη αξία κάθε εικόνας Θεού. Και στις λύπες που προκαλούνται εξαιτίας της στάσης του οιουδήποτε, δεν παύει ο συνάνθρωπος να μας καλεί να βγάλουμε προς τα έξω τον καλύτερο εαυτό μας. Εκείνος γίνεται “καιρός ευπρόσδεκτος” για να δείξουμε αγάπη. Να αντιτάξουμε την καλοσύνη στην δυσκολία του χαρακτήρα. Να αφήσουμε να φανεί η δύναμη της αγάπης που γίνεται συγχώρεση. Έτσι πλαταίνει η καρδιά μας και ερχόμαστε ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στον Θεό!
Αυτό το βήμα μεγαλώνει όταν οι μνήμες είναι αφορμή για ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ, το οποίο στην περίπτωση του ποιμένα μετατρέπεται σε μνημόνευση προσευχής και ευχαριστίας: “Έχω αρχίσει να ψάχνω να βρω όσους με ευεργέτησαν σ’ αυτόν τον κόσμο, για να τους μνημονεύω, να μνημονεύω όλους αυτούς τους ανώνυμους ιδιοκτήτες των αμπελιών και τους αγωγιάτες που εγλύκαιναν την καρδιά με ένα σταφύλι” (σελ. 41). Έτσι η μνημόνευση, το “ευχαριστώ” γίνεται πέρασμα στην προσευχή για την συγχώρεση, την άφεση των αμαρτιών. “Ας είναι συγχωρεμένοι όλοι τους. Ας τα βρουν εκεί πού πήγαν. Να ᾽χουν τα χέρια τους τα ροζιασμένα απ’ τη δουλειά, γεμάτα με γλυκά σταφύλια, καρπούς της ελεημοσύνης και της δικαιοσύνης τους” (σελ. 42).
Αυτή η χαρμολύπη αποτυπώνεται ακόμη σε κείνο το θαυμάσιο κείμενο για τα λουλούδια, όπου ζωή, θάνατος, γιορτή, γάμος, σχολείο, δώρα, παρηγοριά στους ασθενείς, σταυρός, ελπίδα ανάστασης συνοδεύονται από την ομορφιά και την ευωδία των λουλουδιών. Όλα μιλούν για τον Θεό. Και η φύση, ακόμη και στον θάνατο, αποπνέει μία ιερότητα, την οποία οι άνθρωποι των καιρών μας έχουμε λησμονήσει.
Ακόμη, είναι πολύ ανθρώπινος και εύστοχος ψυχολογικά, βιωματικός ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας περιγράφει την στάση μας έναντι του δικού μας κεκοιμημένου ανθρώπου: “Τον κοιτάμε και δεν τον χορταίνουμε. Ξέροντας ότι χωριζόμαστε για πάντα και ότι δεν θα τον ξαναδούμε στην επίγεια ζωή μας, και ενώ θυμόμαστε τι ζήσαμε μαζί του, τον κοιτάμε και προσπαθούμε να κρατήσουμε τη μορφή του στην μνήμη μας” (σελ. 67). Και γεμίζουμε το σπίτι, τον τόπο της συνύπαρξης με φωτογραφίες, πορτραίτα από ζωγράφους του κεκοιμημένου, ο οποίος καθίσταται “ένα ζωντανό όνειρο”! Και μαζί, όσο πιο οικεία είναι η σχέση μας μαζί του, έρχεται η ψυχολογική αλλά τόσο ανθρώπινη βεβαιότητα: “Η μάνα δεν πεθαίνει ποτέ”! (σελ. 69).
Εύλογα ανακύπτει το ερώτημα, βαθιά υπαρξιακό και συνάμα θεολογικό: “ Μήπως η νοσταλγία των προσώπων είναι το πιο δυνατό μάθημα που μας δίνει ο Θεός για την αναζήτηση του δικού Του Προσώπου;” (σελ. 71). Η απάντηση θα δοθεί με πληρότητα και χωρίς ερωτηματικά στην αιώνια ζωή και στην των πάντων Ανάσταση, όπου θα συναντήσουμε Θεό και αγαπημένα πρόσωπα ξανά, αρκεί να αγαπάμε όλους τους ανθρώπους, ξεκινώντας από τους οικείους μας!
Στην σκληρότητα του θανάτου, ο οποίος είναι απαρφανισμός, η απάντηση είναι η πίστη: “Ο Θεός ξέρει” (σελ. 81). Και ο Θεός συγχωρεί για όσα της αγάπης Του αμφισβητούμε, αλλά και τις αγωνίες μας που μας καθιστούν δύσπιστους. Και μπορούμε να συναντήσουμε πτυχές της αγάπης Του στα ανθρώπινα πρόσωπα, τα δώρα Του σε μας, όταν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε με αρχοντιά τον άλλον, όταν μπορούμε να αγαπούμε την κάθε εικόνα Του.
Μνήμη αυτού του ήθους πρόσωπα άλλων καιρών, τα οποία όμως αποπνέουν την παρουσία Του: η Εργίνα η απλοϊκή, η οποία με αγάπη εκφράζει την κοινή γνώμη του τόπου της, δηλαδή την κοινωνία του ΕΜΕΙΣ στην οποία το εγώ μας είναι ενταγμένο. Ο φωτογράφος Τάκης Κούκης, ο οποίος μας κοιτάζει γελαστός και εμπνέει αισιοδοξία, νικώντας την λήθη. Ο Γιώργος Περδικούρης, του οποίου ένα φυσικό εξωτερικό χαρακτηριστικό, το ύψος, γίνεται αφορμή να λειτουργούν οι μηχανισμοί των σχέσεων που δίνουν ρόλους σε μια φιλία και την κρατούν έντονα στην μνήμη. Ο π. Κωνσταντίνος, ο αφοσιωμένος ιερέας της ενορίας του αγίου Μηνά, ο οποίος μέρα-νύχτα δίνει μαρτυρία ζωής. Ο “ακατάλαλος” (καταπληκτική λέξη) αναγνώστης Παντελής Ζερβός, ο οποίος έχει μάθει να αγαπά και να σιωπά. Ο θείος Νίκος, μαχητής εκεί που χρειάζεται, αλλά και έτοιμος να συμβουλέψει με την πείρα της ζωής και την εργατικότητα, την αρχοντική απλότητα και την χαρά της πίστης.
Σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά διηγήματα του βιβλίου με τίτλο “Το Ξυπνητήρι”, μέσα από την ιστορία ενός ψαρά, ο οποίος έφυγε από αυτήν την ζωή πριν το ξυπνητήρι χτυπήσει για να πάει να ψαρέψει, ο συγγραφέας με προτρέπει: “Να κουρδίζουμε με ευαισθησία πνευματική χιλιάδες ξυπνητήρια που θα μας αφυπνίζουν στην ώρα που πρέπει για να αποφεύγουμε το κακό, για ν’ αρχίζουμε το καλό, για να ξεκινάμε στο γλυκοχάραμα κάθε προσπάθειας με χαρά, με ζωντάνια, με κέφι πριν έρθει το ξυπνητήρι του θανάτου” (σελ. 162)
Χαρμολύπη, λοιπόν και χρέος. Χρωστάμε σε όσους έφυγαν έχοντας διδάξει σε μας το γάλα της πίστης, την ευσέβεια, την αγάπη για την αλήθεια, όπως στις απλές “γιαγιάδες, που η Εκκλησία είναι η ζωή τους και αυτές η ζωή της Εκκλησίας” (σελ. 185). Ο καθένας μας, ακόμη και στο σούρουπο της ζωής, μπορεί να χαρεί, με την βοήθεια τέτοιων προτύπων, την γαλήνη και την χαρά της ώριμης ηλικίας του (σελ. 208). Με εμπιστοσύνη στον Χριστό να πορευθεί προς την οδό της αθάνατης ψυχής.
“Ο άνθρωπος είναι ο πλούτος” (σελ. 226). Τα δάκρυά του που ευγνωμονούν, θυμούνται, χαίρονται, αγαπούν, ομορφαίνουν, δείχνουν μετάνοια και προσδοκία ας βοηθήσουν τον κάθε αναγνώστη να φιλοσοφήσει στην πίστη και τις αλήθειες της ζωής και του θανάτου, όταν ο Χριστός είναι παρών στην πορεία μας. Το βιβλίο του συγγραφέα Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου μπορεί να μας κάνει πιο ευαίσθητους και σε μία πλευρά της ζωής που δεν της δίνουμε τόση σημασία: επειδή ο θάνατος είναι αναπόφευκτος, ας προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε τις στιγμές της ζωής που το κάθε πρόσωπο, δώρο Θεού, μας προσφέρει. Να προλάβουμε την παρέα, την εμπειρία, το κάλλος, την χαρμολύπη που κάθε ανθρώπινη σχέση φέρνει, στην προοπτική της αγάπης. Να δείξουμε ποια σημασία έχει για μας εν ζωή για να μην το μετανιώσουμε μετά την κλήση του θανάτου. Από τώρα η αγάπη!
Ευχαριστούμε τον Σεβασμιώτατο για την πατρική του αγάπη και την απολαυστική εμπειρία της ανάγνωσης ενός ξεχωριστού βιβλίου!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Λάρισα, 10 Δεκεμβρίου 2017