ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 132: ΠΕΛΗ ΓΑΛΙΤΗ- ΚΥΡΒΑΣΙΛΗ, «ΤΡΑΥΜΑ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑ- ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΡΗΣΗΣ», εκδόσεις ΕΝ ΠΛΩ
Διαβάσαμε ένα εξαιρετικό βιβλίο, της κ. Πέλης Γαλίτη- Κυρβασίλη, με τίτλο «Τραύμα και Θαύμα- ιστορίες ψυχικής ανθεκτικότητας και συγχώρησης», που κυκλοφορείται από τις εκδόσεις Εν Πλω. Μας εντυπωσίασε ο τρόπος που η συγγραφέας, η οποία εργάζεται ως ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο του Winsconsin- Madison και διευθύνει το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Αγωγή και συγχώρηση», επισκεπτόμενη ανά τακτά χρονικά διαστήματα την Ελλάδα δίδοντας διαλέξεις και οργανώνοντας σεμινάρια για εκπαιδευτικούς, αναπτύσσει ένα θέμα ιδιαίτερα δύσκολο. Από την μια, η αναφορά της στο τραύμα τόσο ως ατομικό όσο και ως συλλογικό και από την άλλη η έγνοια της για την ψυχική ανθεκτικότητα, όπως αυτή έχει καταστεί και πάλι απαραίτητη μετά το μεγάλο τραύμα του κορωνοϊού, με έμφαση στην οδό της συγχώρησης αποτελούν όψεις της ανάγκης του σύγχρονου ανθρώπου να μάθει να διαχειρίζεται πληγές που μπορούν να επουλωθούν, όχι όμως να διαγραφούν από τη ζωή του.
Για τη συγγραφέα το τραύμα είναι μια βαθιά πληγή μετά από κάποιοι γεγονός που σημαδεύει ένα κομμάτι του εαυτού μας, φέρνει δυσάρεστες αναμνήσεις, λύπη, κατάθλιψη, συχνά και ψυχικές διαταραχές. Όπως επισημαίνει όμως η ίδια, «δεν έχει τόση δύναμη η πληγή, όσο ο τρόπος που τη θυμόμαστε και το νόημα που της δίνουμε».
Η συγγραφέας περιγράφει μηχανισμούς αντιμετώπισης του τραύματος, όπως είναι η πάλη, η φυγή και το πάγωμα. Μας δίνει τη δυνατότητα να σκεφτούμε ότι η πάλη με την πληγή μπορεί να μας οδηγήσει σε μία συνεχή δίψα για αυτοδικαίωση σε συνάφεια με τους άλλους, το περιβάλλον μας, σήμερα και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ή σε έναν αγώνα για δημιουργία, που θα ξεπεράσει την κυριαρχία του τραύματος και θα μας δώσει τη χαρά να χτίσουμε κάτι που θα είναι σπουδαίο τόσο για μας όσο και για τους άλλους. Να σκεφτούμε, ακόμη, ότι η φυγή μπορεί να γίνει απώθηση της πληγής εντός μας, με αποτέλεσμα να μας καταστήσει ευαίσθητους, κρυψίνοες ή συναισθηματικά κλειστούς ανθρώπους, ή και πάλι να μας οδηγήσει σε μια δημιουργικότητα, η οποία όμως δεν θα μας αφήσει στο βάθος να διαχειριστούμε την πληγή μας με τέτοιο τρόπο που να την αντέχουμε. Θα ξυπνά στα σκοτάδια είτε της νύχτας είτε των περιόδων της ζωής μας, στις οποίες τα πράγματα δεν θα είναι όπως τα θέλουμε. Μας κάνει ακόμη να σκεφτούμε το πάγωμα μπροστά στο τραύμα, την καλλιέργεια μιας ενοχής που μας κάνει λυπημένους ή την αδυναμία μας να χτίσουμε κάτι καινούργιο, αφού η καταπληξία από τη δύναμη του τραύματος θα μας αφήσει εκούσια ή ακούσια ανήμπορους να ζήσουμε. Έτσι, η στάση μας έναντι του τραύματος παγιώνεται σε κάθε ανάλογη κατάσταση.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η αναφορά της συγγραφέως στους λογισμούς, στις σκέψεις που μας απασχολούν έντονα και γίνονται έγνοιες, γίνονται εμπαθείς συμπεριφορές που μας κάνουν ανθρώπους εκδικητικούς, εμμονικούς, δυσάρεστους. Εξαιρετικός ο συνδυασμός με τη διάκριση από τον Όσιο Πέτρο τον Δαμασκηνό στην «Φιλοκαλία» της ασκητικής μας παράδοσης των λογισμών σε ανθρώπινους, δαιμονιώδεις και αγγελικούς. Οι τελευταίοι κάνουν τον άνθρωπο να κατανοεί τον συνάνθρωπό του και να δέχεται τη γνώση της ζωής με υπομονή και ταπεινοφροσύνη. Η συγγραφέας προεκτείνει τη σύνδεση των λογισμών με την κατασκευή από τον άνθρωπο ενός «τείχους παραπόνων», στο οποίο καταφεύγει για να δικαιωθεί. Καθίσταται έτσι μίζερος, κάποτε κακομοίρης, βγάζοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση ή έναν εγωκεντρισμό που ζητά συνεχώς δικαίωση από τους άλλους, ιδίως τους οικείους του, με μια τοξικότητα και πρόσδεση στο κακό που τον κάνει να μην μπορεί να λειτουργήσει ευχαριστιακά. Ο άνθρωπος, έτσι, συνεχώς εστιάζει στο τι έγινε και όχι στο τι μπορεί να γίνει.
Η αναφορά της συγγραφέως στην «ψυχική ανθεκτικότητα» μας κάνει να νιώθουμε την ευθύνη να αντέξουμε, να διαχειριστούμε τις ήττες μας με τρόπο που να εμπλουτίσουμε και να μεταμορφώσουμε τη ζωή μας, χωρίς κατηγορίες εναντίον των άλλων ή αυτοματαίωση, με απώτερο σκοπό τελικά να κατανοήσουμε τόσο τον εαυτό μας όσο και τον συνάνθρωπο και τον κόσμο μας, να μπούμε στη διαδικασία της ενσυναίσθησης και να παλέψουμε την οδό της συγχώρησης. Η συγχώρηση, για τη συγγραφέα, δεν είναι επιδοκιμασία του κακού, αλλά υπέρβασή του. Δεν ξεχνούμε αυτούς που μας πλήγωσαν, αλλά τους θυμόμαστε με έλεος και αγάπη. Η συγχώρηση δεν είναι πρόκληση στον άλλον να με ξαναπληγώσει, αλλά αγαπητική κίνηση. Η συγχώρηση είναι άρνηση μετατροπής του θυμού σε μνησικακία, σε εκδικητικότητα. Δεν είναι όμως και άρνηση της δικαιοσύνης, η οποία είναι απαραίτητη για να υπάρχει κοινωνία.
Για όλα αυτά η συγγραφέας προτείνει την έξοδό μας από την comfort zone μας, από τη ζώνη της άνεσης και του βολέματος, ώστε να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε το τραύμα ως ένα μικρό θαύμα, το οποίο μας κάνει να βρούμε τον Θεό εν τη ταπεινώσει μας, αλλά και να αλλάξουμε τον εαυτό μας.
Οι θέσεις της συγγραφέως είναι διανθισμένες με παραδείγματα από την εμπειρία της, ενώ η περιγραφή του προγράμματος για τη συγχώρηση στην αγωγή των παιδιών είναι μία εξαιρετική πρόταση στην περίοδο του εκφοβισμού, της βίας, της ψυχικής κακίας που δείχνει να απλώνεται στα σχολεία μας, ιδίως μετά τον κορωνοϊό.
Θέλει αγώνα και πίστη στον Θεό για να γίνει πράξη τα όσα λέει σε ένα εξαιρετικό τραγούδι του ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου και τα οποία δένουν με το βιβλίο της συγγραφέως: «Βαθιά πληγή παλιά πληγή πες μου τί να κοιτάξω, να μπω σε κόσμο σκοτεινό ή πάλι ν’ αγκαλιάσω».
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
28 Φεβρουαρίου 2024