ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 52- ΚΑΡΛΟ ΛΕΒΙ, “Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΣΤΟ ΕΜΠΟΛΙ”, μετάφραση Φωτεινή Ζερβού, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ
“Ο μοναδικός δρόμος διά του οποίου μπορούμε να βγούμε από την διαφθορά είναι η αυτονομία. Το Κράτος δεν μπορεί παρά να είναι το σύνολο πολλών αυτονομιών, μια οργανική ένωση. Η αυτόνομη κοινότητα μπορεί να επιτρέψει την συνύπαρξη δύο διαφορετικών πολιτισμών χωρίς ο ένας να καταπιέζει τον άλλο ούτε ο ένας να φορτώνεται στον άλλο ώστε αγροτική κοινότητα, μαζί με βιομηχανική αυτονομία, σχολεία, πόλεις και όλες οι μορφές κοινωνικής ζωής θα επιτρέψουν στον λαό να ζει για τον εαυτό του και για τους άλλους” (σελ. 277).
Αυτά καταγράφει ο σπουδαίος Ιταλός συγγραφέας Κάρλο Λέβι, σε ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα, κλασικό, με τίτλο “Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι”, το οποίο έγραψε το 1944 ως αυτοβιογραφική ιστορία για την παρουσία του σε ένα φτωχό χωριό, το Γκαλιάνο, στον ιταλικό Νότο. Αιτία της ζωής του εκεί η εξορία του από το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι. Γιατρός ο ίδιος, άνθρωπος ήσυχος, εκφραστής μιας αριστεράς που δεν φιλοδοξούσε να αλλάξει τον κόσμο με την βία αλλά να εκφράσει ένα πανανθρώπινο αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη, θα ζήσει τον ενάμιση χρόνο παραμονής του σπουδάζοντας τις τρεις διαφορετικές όψεις που αναδεικνύουν την αδυναμία συνύπαρξης Βορρά και Νότου σε ένα Κράτος που είναι μακριά από τις ανάγκες των λιγότερο προνομιούχων.
Πρώτα την συνύπαρξη δύο πολιτισμών, του προχριστιανικού (με έντονα τα στοιχεία της μαγείας, της δεισιδαιμονίας, των παραδοσιακών αξιών όπως ο γάμος και η οικογένεια, του μίσους μεταξύ των ανθρώπων που δίνει νόημα στην ζωή τους) και του μη χριστιανικού (με σημάδια την αποδιοργάνωση της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας εξαιτίας της διαφθοράς του κλήρου, με έμφαση στην υποκρισία της υποχρεωτικής αγαμίας του, την σκληρότητα και την αυταρχικότητα του Ρωμαιοκεντρικού κράτους, την απόφαση των ιθυνόντων να κρατούνε τους κατοίκους σκλάβους των ασθενειών, της φανφάρας, της επιβολής ενός ανελεύθερου καθεστώτος). Στη συνέχεια, την οικονομική δυσπραγία και το πρόβλημα της φτώχειας, καθώς ανάπτυξη, παιδεία και φορολογική δικαιοσύνη δε νοούνται. Τέλος, την κοινωνική όψη η οποία εστιάζεται όχι στην ύπαρξη μεγαλογαιοκτημόνων κεφαλαιούχων και κολίγων, αλλά στην μικροαστικότητα των χωριών: “μια ηθικά και φυσικά εκφυλισμένη τάξη, ανίκανη να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της, που ζει μόνο από τις μικροκλοπές και τις μπασταρδεμένες συνήθειες του φεουδαρχικού δικαίου, η οποία στερεί κάθε ελευθερία και κάθε δυνατότητα αξιοπρεπούς ύπαρξης στους αγρότες” (σελ. 275). Είναι ο δήμαρχος που καυχιέται για την εξουσία του μέσα στην απόλυτη ευθυνοφοβία και μικρόνοια, η αδερφή του δημάρχου που δεν πιστεύει στη γνώση και την επιστήμη, αλλά στην εκδίκηση που μπορεί ο ξένος γιατρός να της προσφέρει σε αντίθεση με τον ντόπιο που την επιβουλεύεται, είναι ο παραιτημένος από τις αξίες της πίστης και της ζωής ιερέας, ο οποίος γκρινιάζει για το ποίμνιό του χωρίς να θέλει να εργαστεί γι’ αυτό, εγκαταλελειμμένος από μία εξίσου ανίκανη με την πολιτική εκκλησιαστική ηγεσία, ο αδιάφορος και γερασμένος δάσκαλος, οι χωρίς κίνητρο αστυνομικοί, οι καθημερινοί άνθρωποι που επιβουλεύονται ο ένας τον άλλον, χωρίς να αισθάνονται ότι η ζωή περνά από τα χέρια τους αν επιχειρήσουν να συνεργαστούν για να ανατρέψουν την παράλυση του “ δεν γίνεται τίποτα”.
Αντίδοτο η τέχνη. Αντίδοτο η γνώση. Αντίδοτο η ανθρωπιά και η αίσθηση του καθήκοντος. Αντίδοτο η φυσική παρουσία ενός γιατρού, ο οποίος χωρίς να είναι επαναστάτης, κάνει μία μικρή αληθινή επανάσταση με μόνο κίνητρό του την έγνοια, την αγάπη για τους άλλους. Δεν είναι το συμφέρον που τον καθοδηγεί, γιατί θα γινόταν τότε ένα με τους κατοίκους, για να κερδίσει τα πάντα, να γίνει δήμαρχός τους, όπως του υπόσχονται. Είναι η απόφασή του να διατηρήσει την ακεραιότητα της ψυχής του, την ελευθερία της ύπαρξής του, την δυνατότητα να βλέπει χωρίς να αφομοιώνεται, να συζητά, χωρίς να παραδίδεται, να γιατρεύει, χωρίς να θεοποιεί το κέρδος. Ένας ρομαντικός ιδεολόγος, ο οποίος θα βοηθήσει ακόμα και τους ιερείς να πάρουν μπρος, δείχνοντας ότι ο άνθρωπος που έχει καρδιά, ανεξάρτητα από το πόσο πιστεύει ή όχι, βλέπει τον συνάνθρωπο ως εικόνα Θεού και νοιάζεται για την αξιοπρέπεια και την αφύπνισή του, χωρίς να επιβάλλει. Γιατί το κλειδί δεν είναι η εξουσία, αλλά η ταπεινή αγάπη.
“Ο Χριστός σταμάτησε στο Έμπολι” είναι ο εμπνευσμένος τίτλος του μυθιστορήματος. Σταμάτησε όχι ο Χριστός της αγάπης, της ελπίδας, της ελευθερίας, της προσφοράς, της πίστης, της ανάστασης, αλλά ένας κατασκευασμένος, εκκοσμικευμένος “Χριστός”, της χρήσης στο όνομά του της θρησκείας από το κράτος, αλλά και της πίστης των ανθρώπων από την θρησκεία που αποβλέπει απλώς στην συντήρηση των κεκτημένων ή στην προβολή τους και όχι στην μεταμόρφωση της ύπαρξης. Ο γιατρός δείχνει ότι ο Χριστός περνά στην ζωή μας μέσα από ανθρώπους που χωρίς θόρυβο έχουν βρει το νόημα της παρουσίας Του στις καρδιές τους.
Οι καιροί μας χρειάζονται ξανά την αυτόνομη κοινότητα. Χρειάζονται ένα Κράτος το οποίο δεν θα λειτουργεί ως είδωλο στην λογική των πολλών, ούτε όμως και ως απλός επόπτης μιας αυτορρυθμιζόμενης κοινωνίας, στην οποία οι παγκοσμίως ισχυροί και τα πλοκάμια τους θα καταπίνουν κάθε κοινότητα χωρίς οίκτο. Χρειάζονται έναν αυθεντικό χριστιανικό πολιτισμό ως την μέση οδό μεταξύ μιας νεωτερικότητας η οποία έχει φτάσει στα άκρα των δυνατοτήτων της, καθώς ο άνθρωπος δεν διορθώνεται μόνο με ευχολόγια παιδείας, νόμων και δικαιωμάτων, αν δεν αλλάξει εντός του, και της μετανεωτερικότητας, στην οποία ήδη βλέπουμε το χάος της μετα-αλήθειας, όπου η ατομική εμπειρία, χωρίς κοινότητα, γίνεται η μόνη αυθεντία. Η χριστιανική πίστη, χωρίς να επιβάλλει την αυθεντία του Θεού, δείχνει στην πράξη τον αυτοσεβασμό αυτού που αγαπά, αλλά και την πηγαία έκφραση της προσφοράς στον συνάνθρωπο, τον οποίο εκτός κοινότητας, δεν μπορούμε να συναντήσουμε. Η επιστημονική γνώση χωρίς αγάπη και ελπίδα ανάστασης δεν μπορεί να βοηθήσει έναν κόσμο που υπερηφανεύεται για τα κατορθώματά του, αλλά ξεχνά τα όριά του. Ο χριστιανικός τρόπος χρειάζεται να μπολιάσει την πολιτική, πέρα από το έχον καταρρεύσει δίπολο «δεξιά- αριστερά», αλλά και άλλες όψεις της κοινωνίας μας.
Ρέουσα η γλώσσα της μετάφρασης, λιτή και αρμόζουσα στο περιεχόμενο του βιβλίου η έκδοση. Το μυθιστόρημα έχει γίνει ταινία από το Φραντσέσκο Ρόζι, με πρωταγωνιστή τον Ζαν Μαρία Βολοντέ.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κέρκυρα, 2 Ιουνίου 2020