Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΔΙΑΦΩΤΙΣΜΟΣ
Στον ελλαδικό χώρο, για 100 χρόνια περίπου πριν την επανάσταση του 1821, συντελέστηκε μία μοναδική πνευματική αναγέννηση, η οποία συναντήθηκε με το κίνημα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Κυρίως φωτισμένοι κληρικοί, με άδεια από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την εθναρχούσα Εκκλησία, αλλά και με στήριξη από τους φορείς της αναδυόμενης αστικής τάξης, όπως ήταν οι έμποροι, χωρίς αντιρρήσεις από την μεριά των προεστών, έδωσαν μία τέτοια πνευματική ώθηση που οδήγησε το υπόδουλο Γένος στην πεποίθηση ότι «η παιδεία θα φέρει την ελευθερία». Κανείς από τους πρωταγωνιστές αυτού του ρεύματος που ονομάστηκε «Νεοελληνικός Διαφωτισμός» δεν υπήρξε άθεος. Ακόμη και αυτοί που ήταν επηρεασμένοι από την κριτική που ο Διαφωτισμός στην Ευρώπης ασκούσε στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία για ιστορικούς λόγους και όχι πάντοτε άδικα, δεν θεωρούσαν την πίστη εξοβελιστέα από την ζωή του ανθρώπου. Το αντίθετο. Σημείο αυτού του οργανικού δεσμού ανάμεσα στην πίστη και την οικειοποίηση της επιστημονικής προόδου ήταν η Επανάσταση του 1821, στην οποία ουδείς εκ των αγωνιστών έθεσε ζήτημα «αποχριστιανοποίησης» και «απιστίας».
Ένας από τους κορυφαίους διαφωτιστές, ο πιο αγαπητός στον λαό, αυτός ο οποίος δεν στάθηκε σε έναν τόπο αλλά γύρισε τέσσερις φορές τον κυρίως ελλαδικό χώρο, ήταν ο ιερομόναχος Πατροκοσμάς ο Αιτωλός. Οι σύγχρονοι ερευνητές, μολονότι δεν τον αποσιωπούν, τον θέτουν σε δεύτερη μοίρα. Το έργο όμως του αγίου Κοσμά υπήρξε συγκλονιστικό στην διάδοση των βασικών ιδεών του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Παιδεία για όλους, διατήρηση της ελληνικής γλώσσας και χριστιανικής πίστης, με άρνηση του εξισλαμισμού, μεταμόρφωση της ηθικής των ανθρώπων, με γνώμονα την αγάπη, σεβασμό στην αργία της Κυριακής, άρνηση υποτίμησης της γυναίκας, κριτική της κοινωνικής αδικίας και προτροπή στους πλούσιους να σταματήσουν να είναι άπληστοι και να γίνουν ελεήμονες και μία βαθιά σπίθα ελευθερίας αναδύονταν μέσα από τους λόγους του.
Ο άγιος ήταν αντιδυτικός. Το πρόβλημά του δεν ήταν μόνο οι δογματικές διαφορές ανάμεσα στην Ορθοδοξία και τον Ρωμαιοκαθολικισμό. Ήταν η γνώση τού ότι η δυτική Εκκλησία δεν βοήθησε ούτε στην διάσωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, ούτε στην διατήρηση της ορθόδοξης χριστιανικής ταυτότητας των Ελλήνων, καθώς διέβλεπε την επεκτατικότητα που η δυτική προπαγάνδα ασκούσε προσπαθώντας να οδηγήσει νέους στον εκλατινισμό μέσω των σπουδών τους στην Ιταλία. Ο άγιος επέπληττε και τους Εβραίους για την απληστία τους. Και αυτές οι απόψεις του όμως τον καθιστούσαν αγαπητό στον λαό, ο οποίος διέβλεπε την γνησιότητα του ελληνορθόδοξου φρονήματος, την σπίθα της εθνικής συνείδησης, το ακάματο φρόνημα, καθώς ασταμάτητα δίδασκε τους ανθρώπους από πόλη σε πόλη, από χωριό σε χωριό, χωρίς να φοβάται ούτε τον θάνατο.
Ο άγιος Κοσμάς υπήρξε ο εκπρόσωπος ενός χριστιανικού Διαφωτισμού που τον έχουμε ανάγκη στους καιρούς μας. Δεν είναι απαραίτητο να αφορμηθούμε από τα «αντί» του αγίου. Δεν ήταν χωρίς λόγο διατυπωμένα. Μπορούμε να σταθούμε στις προτάσεις του για τον άνθρωπο ως εικόνα Θεού, για την πορεία με βάση την αγάπη, την γλώσσα, την πίστη, την συγχώρηση, την προσφορά, την συνοδοιπορία αρχόντων και λαού, το κοινοτικό πνεύμα, την ελευθερία από τα πάθη και το κακό, την επίγνωση της παράδοσης, την αυταπάρνηση που τον οδήγησε στο μαρτύριο. Ιδιαίτερα στην Εκκλησία, όπου πολλοί σπεύδουν να επικαλεστούν την αγραμματοσύνη και να αρνηθούν την μόρφωση, ας μη λησμονούμε ότι ο άγιος ίδρυε σχολεία. Ας επιμείνουμε στον γονιμότατο συνδυασμό μόρφωσης νου και καρδιάς. Εκεί βρίσκεται η ελευθερία!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην “Ορθόδοξη Αλήθεια”
Στο φύλλο της Τετάρτης 24 Αυγούστου 2022