Ο ΤΕΛΩΝΗΣ, Ο ΦΑΡΙΣΑΙΟΣ ΚΑΙ Η ΧΑΡΑ
Μία περίοδος του εκκλησιαστικού έτους, όπως το Τριώδιο, στους καιρούς μας έχει πάψει να έχει για τους πολλούς το νόημα του παρελθόντος. Στην ανάγκη μας να ξεφύγουμε από τους ρυθμούς της καθημερινότητας, να χαρούμε και να διασκεδάσουμε απογυμνώσαμε το Τριώδιο από το εκκλησιαστικό του νόημα και επιστρέψαμε σε συνήθειες προχριστιανικές, όπως είναι οι μεταμφιέσεις, προκειμένου να αποκρύψουμε το αληθινό μας πρόσωπο ή να ξεφύγουμε από αυτό, να ονειρευτούμε το πώς θα θέλαμε να είμαστε, αλλά και να παραδοθούμε στο πνεύμα της φιληδονίας, χωρίς φραγμούς, χωρίς το εμπόδιο της ταυτότητάς μας, χωρίς τις σχέσεις που το υπόλοιπο διάστημα του χρόνου μας δεσμεύουν.
Έχοντας ταυτίσει την χριστιανική παράδοση με την εγκατάλειψη της χαράς και την υιοθέτηση της σοβαρότητας, της σκυθρωπότητας, της ενασχόλησης με την μεταθανάτια ζωή, μας φαίνεται πολύ δύσκολο να ακολουθούμε καθόλη τη διάρκεια του χρόνου αυτόν τον τρόπο σκέψης και ζωής. Η αναφορά μας στην παγανιστική φάση της ιστορίας μας, θεωρούμε ότι και δεν πειράζει και είναι λυτρωτική.
Η Εκκλησία όμως, εισάγοντας στον λειτουργικό της χρόνο το Τριώδιο, την περίοδο δηλαδή στην οποία οι ύμνοι που ψάλλονται στις ακολουθίες της είναι συντομότεροι και πιο κατανυκτικοί, προκειμένου να δεσπόσει ο λόγος και ο προβληματισμός, δεν αρνείται την χαρά. Μας δείχνει όμως ότι αυτή πηγάζει από μία ουσιαστικότερη σχέση με τον Θεό και τον πλησίον. Από την αγάπη η οποία συγκαταβαίνει. Από την ταπείνωση, η οποία μας δείχνει ότι η επιστροφή στον Θεό και η συναίσθηση ότι μόνοι μας δεν μπορούμε δεν είναι υποτίμηση του εαυτού μας, αλλά επίγνωση των ορίων μας.
Από την μετάνοια για τα λάθη μας, τα οποία γίνονται αδικίες εις βάρος των άλλων ανθρώπων και μας δίνουν την αίσθηση ότι εμείς είμαστε θεωμένοι. Από την νηστεία, η οποία μας βοηθά να αφήσουμε κατά μέρος την χαρά της τροφής, της ηδονής, της υπεροχής εις βάρος των άλλων και να υιοθετήσουμε έναν τρόπο ζωής στον οποίο η προσευχή και η ευσπλαχνία δεν θεωρούνται υποτιμημένες καταστάσεις αλλά αληθινή ευλογία. Έτσι βοηθιόμαστε στους σταυρούς της ζωής μας, για να συναναστηθούμε με τον Χριστό.
Το Τριώδιο ξεκινά με την παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου. Ένα από τα κύρια στοιχεία της είναι ο τρόπος με τον οποίο τα δύο αυτά πρόσωπα βλέπουν την χαρά. Ο τελώνης την βλέπει στο να αρπάζει από τους ανθρώπους τα χρήματα και τα αγαθά τους, παρότι θα μπορούσε να έχει όσα πραγματικά χρειαζόταν από την εργασία του.
Την βλέπει στην αδικία, δηλαδή στην φιμωμένη συνείδησή του, η οποία δεν τον ελέγχει για τίποτε που κάνει κακό στους συνανθρώπους του, ούτε διότι ο Θεός διά του μωσαϊκού νόμου του έχει πει αλλιώς να ζει και αλλιώς εκείνος έχει επιλέξει. Την βλέπει πιθανόν και στην μοιχεία, δηλαδή στην ελευθερία της ηδονής με πρόσωπα που δεν χρειάζεται και δεν αγαπά. Στην πρόταξη δηλαδή ενός τρόπου ζωής, στον οποίο η ύλη, ο παρών χρόνος, η εκμετάλλευση του πλησίον γεννούν την ευχαρίστηση, την οποία ο άνθρωπος ταυτίζει με την χαρά.
Ο Φαρισαίος, πάλι, βλέπει την χαρά στο να τηρεί τις εντολές του Θεού. Να νηστεύει δύο φορές την εβδομάδα, να προσφέρει στον ναό το ένα δέκατο από τα εισοδήματά του και να μην είναι σαν τους υπόλοιπους ανθρώπους, άρπαγας, άδικος, μοιχός, ούτε όπως ο τελώνης. Η χαρά του Φαρισαίου μάλιστα γίνεται και ευχαριστία στον Θεό και με πνεύμα επίδειξης, ενώπιον των ανθρώπων, αποκαλύπτει τα θρησκευτικά του κατορθώματα.
Η παραβολή όμως συμπεριλαμβάνει και την ανατροπή.
Ο τελώνης συναισθάνεται ότι η ευχαρίστηση που ζει με τον τρόπο που ο Θεός δεν θέλει, δεν μπορεί να μετατραπεί σε αληθινή χαρά. Έτσι, με ταπεινότητα ζει την μετάνοια. Ζητά από τον Δωρεοδότη της χαράς να τον ελεήσει για τον τρόπο σκέψης και ζωής του, να τον συγχωρέσει και να τον βοηθήσει να κάνει μια καινούργια αρχή στη ζωή του. «Κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού» (Λουκ. 18, 14). «Έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με τον Θεό», μας λέει ο Χριστός. Βρήκε το νόημα της αληθινής χαράς.
Αυτό περιλαμβάνεται στην σχέση με τον Θεό, η οποία όμως γίνεται επίγνωση της καρδιάς μας, συναίσθηση ότι έχουμε αμαρτίες και πάθη, ότι αδικώντας δεν μπορούμε να είμαστε αληθινά χαρούμενοι, κυρίως όμως αποφεύγοντας την κατάκριση του πλησίον. Αυτός ο οποίος βλέπει την πραγματική κατάσταση της καρδιάς του δεν απελπίζεται, δεν αποκαρδιώνεται. Μπορεί να κατανοήσει ότι ο Θεός βλέπει την μετάνοια της καρδιάς του και συμφιλιώνεται μαζί του. Αυτή είναι η χαρά που κρατά. Να ξέρουμε ότι ο Θεός μας συγχωρεί και μας ελεεί, για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε στη ζωή μας αυτή την πνευματική αλλαγή, που θα δώσει στη χαρά μας διάρκεια.
Ο Φαρισαίος απορρίφθηκε από τον Θεό παρότι τηρούσε τις εντολές Του. Η χαρά του όμως ήταν εγωκεντρική. Δεν έφτανε σ’ αυτόν η θρησκευτική του πρόοδος, αλλά ήταν χαιρέκακος, ευχαριστιόταν με την πτώση των άλλων, διότι έτσι αισθάνονταν θρησκευτικά δοξασμένος. Η χαρά του τελικά δεν ήταν γιατί είχε σχέση με τον Θεό, αλλά γιατί ξεπερνούσε τους άλλους με τα θρησκευτικά του κατορθώματα.
Όμως ο Θεός δεν ζητά από τον άνθρωπο να ανταγωνίζεται και να νικά τον πλησίον του για να είναι χαρούμενος, αλλά να τον συμπαθεί. Να συμπορεύεται μ’ αυτόν στην οδό της βασιλείας. Να χαίρεται όταν προοδεύει ο πλησίον του πνευματικά και υλικά, αλλά και να συμπάσχει για τις πτώσεις και τα λάθη τόσο τα προσωπικά όσο και του άλλου.
Η εποχή μας είναι γεμάτη Φαρισαίους. Χαιρόμαστε συχνά λιγότερο για την πορεία μας και περισσότερο με τις ήττες και τις πτώσεις των άλλων. Νομίζουμε ότι είμαστε ξεχωριστοί γιατί πετυχαίνουμε πρόοδο σε όσους τομείς ασχολούμαστε, αλλά και έχουμε την ματιά μας στραμμένη στους άλλους, μην τυχόν και προοδεύσουν περισσότερο από μας και είμαστε έτοιμοι μέσα μας να τους κατακρίνουμε και να τους υποτιμήσουμε.
Αγνοούμε τελικά ότι η αληθινή χαρά βρίσκεται στην επίγνωση του ποιοι είμαστε σε σχέση με τον Θεό και την ίδια στιγμή στην επιείκειά μας έναντι του άλλου. Εκείνοι όμως μπορεί μέσα στην ασχήμια της ήττας να βρούνε ταπεινωμένοι την οδό της επίγνωσης, της μετάνοιας, της αλλαγής και ο Θεός να τους δώσει να ξεκινήσουν νέα ζωή, με την χαρά της κοινωνίας μαζί Του.
Το Τριώδιο μας βοηθά να ξαναβρούμε την οδό της γνήσιας χαράς, η οποία περιλαμβάνει τόσο την δική μας αλλαγή όσο και την προσευχή για την αλλαγή του πλησίον. Δηλαδή την κοινωνία στην Εκκλησία των προσώπων που χαίρονται να έχουν βρει την αληθινή πορεία προς τον Θεό, σε ό,τι κάνουν.
Δεν είναι η διασκέδαση, η μεταμφίεση, η ευχαρίστηση με τους τρόπους του κόσμου ο δρόμος της χαράς, αλλά η επίγνωση που συνοδεύεται από την χαρά ότι συγχωρεθήκαμε από τον Θεό, όπως επίσης και η θέλησή μας και οι άλλοι να βρούνε αυτή την οδό. Αυτή είναι η χαρά που κρατά και μας οδηγεί στο να γνωρίσουμε όχι μόνο ποιοι είμαστε, αλλά ποιοι μπορούμε να γίνουμε!
Κέρκυρα, 5 Φεβρουαρίου 2017