Ο ΠΑΥΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ
Οι άνθρωποι συνήθως είμαστε πεισματάρηδες στις επιλογές μας. Δυσκολευόμαστε να παραδεχτούμε ότι κάναμε λάθος, είτε διότι παρασυρθήκαμε από την λογική των πολλών είτε επειδή οι απόψεις μας δοκιμάζονται και αποδεικνύονται εσφαλμένες είτε επειδή οι προσωπικές μας εμπάθειες λειτουργούν, με αποτέλεσμα μέσα από τις προκαταλήψεις που αυτές γεννούν, να μην μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι σωστό και τι όχι. Υπάρχουν και περιπτώσεις στις οποίες εμμένουμε στο σωστό με πείσμα και αποφασιστικότητα. Είναι όταν τα ζητήματα που μας απασχολούν έχουν να κάνουν με τον υπαρξιακό μας προσανατολισμό.
Είναι ζητήματα κυριολεκτικά ζωής και θανάτου, νοηματοδότησης του κόσμου μας, επιλογών καίριων για την συνείδησή μας. Επειδή όμως τα περισσότερα ζητήματα που μας απασχολούν έχουν να κάνουν με πρόσωπα, με σχέσεις, με επιλογές που μπορούν να μας εξασφαλίσουν άνεση και ευτυχία ή να μας οδηγήσουν σε ήττα και αποτυχία, οι αποφάσεις μας δεν είναι καρπός πλήρους εξέτασης των πραγμάτων, αξιοποίησης όλων των πληροφοριών. Συνήθως έρχονται παρορμητικά. Είναι στιγμιαία κολλήματα του νου, ο οποίος αποδέχεται ιδέες, προπαγάνδες, πρόσωπα που κάποτε με απίστευτα και τερατώδη ψέματα προσπαθούν να τον προσελκύσουν. Λείπει η διάκριση από τον νου και την καρδιά μας.
Κι όταν συνειδητοποιήσουμε το λάθος μας, δεν είμαστε έτοιμοι να το παραδεχτούμε. Να σκεφτούμε ότι αποφασίσαμε με κριτήριο το δέντρο και όχι το δάσος, το μέρος αντί του όλου. Λειτουργεί ο εγωισμός και η αίσθηση ότι δεν μπορεί να έχουμε σφάλει τόσο προφανώς. Και εμμένουμε στο λάθος, ακόμη κι αν αυτό λειτουργεί καταστροφικά τόσο για το άτομο όσο και για το σύνολο.
Μία από τις πιο συγκλονιστικές μεταστροφές στην παγκόσμια Ιστορία είναι αυτή του Αποστόλου Παύλου. Μαζί με την μετάνοια του ληστή επάνω στον σταυρό αποτελούν δύο παραδείγματα ριζικής αλλαγής, αποστασιοποίησης από την εμμονή του «έχω δίκιο» και ότι «μόνο η κρίση μου είναι σωστή». Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο ριζικές μεταστροφές ήρθαν μετά την συνάντηση με το πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού.
Ο ληστής έφυγε από το ηθικό τέλμα να οικειοποιείται ό,τι δεν του ανήκε, να έχει παραιτηθεί από την εργατικότητα, ίσως και από την ταπείνωση της φτώχειας, και είχε επιλέξει την οδό της δύναμης και της εξουσίας που αυτή φέρνει. Ξόδεψε όλο τον χρόνο της ζωής του σ’ αυτό το μάταιο παιχνίδι, του προσωπικού θριάμβου με σκοπό τα υλικά αγαθά και την νίκη κατά τω άλλων. Το άτομό του ήταν το κέντρο του κόσμου. Ληστεύοντας εκδικούνταν την κοινωνία γιατί δεν αναγνώριζε την αξία του. Τελικά η ίδια η κοινωνία τον καταδίκασε σε θάνατο. Πάντοτε υπάρχει κάποιος πιο ισχυρός, πιο εξουσιαστής από εμάς. Και ο επαναστάτης συντρίβεται. Όμως την στιγμή της ήττας που φάνταζε οριστική, ο ληστής συναντά μέσα στον πόνο και την απόγνωση του θανάτου τον Εσταυρωμένο.
Και δεν αλλάζει απλώς ηθικά, αλλά οντολογικά. Η συνείδησή του φωτίζεται. Αναγνωρίζει την ματαιότητα της ζωής του, την αμαρτίας της διότι θεοποίησε το εγώ του, πέρα από το αν είχε και δίκια, και ζητά την μνήμη του Χριστού όταν έρθει στην Βασιλεία Του. Αλλάζει εντός του, ομολογεί και σώζεται.
Ο Παύλος λειτουργεί σε διαφορετική προοπτική. Δεν είναι ατομιστής, αλλά πιστός της θρησκείας του και μάλιστα ζηλωτικά. Δεν βλέπει τον εαυτό του έναντι της κοινωνίας, αλλά τον βλέπει συντηρητή της αλήθειας στην οποία πιστεύει και αυτός και οι συμπατριώτες του. Είναι υπερασπιστής της συλλογικότητας και έτοιμος να πεθάνει γι’ αυτήν, αλλά και να σκοτώσει για χάρη του ευγενούς σκοπού του.
Διαπνέεται από υψηλά ιδανικά. Δεν είμαι εγώ που έχω αξία, αλλά η κοινότητα στην οποία ανήκω. Η κοινότητα είναι πιο πάνω από το άτομο. Έτσι ομολογεί ο ίδιος ότι «καθ’ υπερβολήν εδίωκον την Εκκλησίαν του Χριστού και επόρθουν αυτήν» (Γαλ. 1, 13). «Καταδίωκα με πάθος την Εκκλησία του Χριστού και προσπαθούσα να την εξαφανίσω», γιατί αισθανόμουν ότι αποτελεί απειλή για την κοινότητά μου. Οι πιστοί στον Χριστό δεν ακολουθούσαν απλώς μία οδό για τον εαυτό τους. Η ύπαρξή τους θα ήταν καταστροφή για την δική μου πίστη, διότι όχι μόνο την αμφισβητούσαν έμπρακτα, αλλά τραβούσαν στους κόλπους τους τούς συμπατριώτες μου, τους πιστούς της δικής μου παράδοσης και κοινότητας.
Ο Παύλος συναντά τον Χριστό όχι από επιλογή του, αλλά επειδή ο ίδιος ο Κύριος ήξερε ότι τα κίνητρα του ήταν υψηλά. Τον είχε προορίσει να είναι σκεύος εκλογής του. Και τον οδηγεί σε μία νέα πορεία, διότι γνωρίζει την τιμιότητα της συνείδησής του, τη αφιέρωσή του στην αλήθεια. Και η μεταστροφή του Παύλου είναι οντολογική, υπαρξιακή. Μόνο που τώρα δεν υπερασπίζεται την κοινότητά του με την βία, την εξουσία, τον δυναμισμό, τον φανατισμό που πηγάζει από τον φόβο. Υπηρετεί μια καινούργια κοινότητα και την επαυξάνει με την αφιέρωσή του, διαλέγοντας μία νέα συλλογικότητα: αυτή η οποία στηρίζεται στη αγάπη, αγκαλιάζοντας το κάθε μέλος της. Αυτή η οποία δεν γκρεμίζει τους θεσμούς της κοινωνίας, αλλά τους ανανεώνει.
Αυτή η οποία δεν κηρύττει εξουσία, αλλά διακονία. Αυτή η οποία δεν μένει στη γη, αλλά έχει το πολίτευμα εν ουρανοίς. Αυτή η οποία πηγάζει από την κοινωνία των προσώπων με τον Χριστό και είναι ανοιχτή στον καθέναν που θέλει να δει, να ενστερνισθεί, να ενταχθεί. Δεν είναι η κοινότητα πάνω από το άτομο. Είναι η συμπόρευση κοινότητας και ατόμου σε ένα ήθος αγάπης και ελευθερίας, κυρίως όμως διαρκούς συνάντησης με τον Χριστό.
Και ο ληστής και ο Παύλος δεν στάθηκαν πεισματικά στις απόψεις και στην μέχρι τότε ζωή τους. Αφέθηκαν στην αγάπη του Χριστού και μετεστράφησαν. Είδαν ότι κριτήριο δεν μπορεί να είναι ούτε ο εαυτός τους ούτε οι ιδέες των πολλών, αλλά ο Θεός της Αγάπης.
Και συνέβαλαν ώστε να αλλάξει η πορεία της ανθρωπότητας, δίνοντάς μας ο πρώτος την ελπίδα ότι όσο άσχημη κι αν είναι η ζωή μας, υπάρχει το «Μνήσθητι», ενώ ο δεύτερος ότι δεν αρκεί να παλεύεις για συλλογικές ιδέες, μνήμες και παραδόσεις, αλλά χρειάζεται να βρεις την «Οδό, την αλήθεια και την ζωή» για να έχει η κοινότητά σου και η ζωή σου σ’ αυτήν όντως νόημα. Ο δρόμος από κει και πέρα είναι ανοιχτός, ανάλογα με το θέλημα του Θεού. Ο ληστής μπήκε πρώτος στην Βασιλεία του Θεού, ενώ ο Παύλος έγινε ο πρώτος μετά τον Ένα.
Χρειάζεται να ξαναδούμε την ζωή και τις απόψεις μας σ’ αυτή την προοπτική του Ευαγγελίου, της συνάντησης με τον Χριστό. Να φωτιστούν οι επιλογές μας όχι από το κριτήριο της πρόσκαιρης συναισθηματικότητας και της ικανοποίησης των παρορμήσεών μας, ούτε και από το αίσθημα ότι έχουμε αποστολή να διαφυλάξουμε τις αξίες των πολλών, αλλά να δούμε την ζωή μας μέσα από την σχέση με τον Χριστό. Μετάνοια σε προσωπικό επίπεδο και υπαρξιακή αλλαγή με εμπιστοσύνη στον Χριστό και σε συλλογικό επίπεδο ενστερνισμό του ήθους της αγάπης, της ελευθερίας και της Αλήθειας. Ό,τι ο Χριστός μας δίνει, γιατί είναι ο Ίδιος η ενσάρκωσή τους!
Κέρκυρα, 22 Οκτωβρίου 2017