Ο ΚΑΘΩΣΠΡΕΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ
(ΕΠΕΤΙΜΩΝ ΑΥΤΟΝ ΙΝΑ ΣΙΩΠΗΣΗ)
«Καὶ οἱ προάγοντες ἐπετίμων αὐτῷ ἵνα σιωπήσῃ· αὐτὸς δὲ πολλῷ μᾶλλον ἔκραζεν· Υἱὲ Δαυΐδ, ἐλέησόν με» (Λουκ. 18,39)
«Αὐτοὶ ποὺ προπορεύονταν τὸν μάλωναν νὰ σωπάσει, ἐκεῖνος ὅμως φώναζε ἀκόμη πιὸ πολύ· «Υἱὲ τοῦ Δαβίδ, σπλαχνίσου με!»
Η απόπειρα εκφοράς λόγου από ανθρώπους που πιστεύουν σήμερα πέφτει στο κενό. Οι περισσότεροι στην κοινωνία μας είναι προκατειλημμένοι εις βάρος της Εκκλησίας και ηδέως ακούνε οποιονδήποτε λόγο αναφέρεται σε ατοπήματα, σε «δύσκολες» διδασκαλίες, σε αντιλήψεις που δεν συμβαδίζουν με το σήμερα. Αλλά και η υπεράσπιση της Εκκλησίας και της πίστης σήμερα προκαλεί περισσότερη επιθετικότητα. «Ου με πείσεις καν με πείσης», είναι η λογική των πολλών, οι οποίοι, συχνά, προσπερνούν αδιάφοροι οτιδήποτε έχει να κάνει με την παράδοση και την αλήθεια που γνωρίζουμε.
Αυτό συνέβαινε και στα χρόνια του Χριστού. Έχουμε περιπτώσεις στα ευαγγέλια, στις οποίες προβληματιζόμενοι άνθρωποι αντιμετωπίστηκαν απορριπτικά, σχεδόν φιμωτικά από τους πολλούς, όπως ο Νικόδημος, ο κρυφός μαθητής του Χριστού, ο οποίος όταν προσπάθησε να υπερασπιστεί τον Κύριο στο συνέδριο των Ιουδαίων για την διδασκαλία και τα θαύματα που έκανε, αντιμετώπισε την αποδοκιμασία και την ειρωνεία (Ιωάν. 7 50-52), με αποτέλεσμα να παραμείνει εν σιωπή μαθητής. Το ίδιο και ο Ιωσήφ, ο ευσχήμων βουλευτής, ο οποίος περίμενε και αποδεχόταν την βασιλεία των ουρανών, αλλά δεν τολμούσε μέχρι που ζήτησε το σώμα του εσταυρωμένου Ιησού, να παραδεχτεί δημόσια την πίστη του.
Δεν ήταν όμως μόνο οι εχθροί της πίστης στον Χριστό που αποδοκίμαζαν οποιαδήποτε επίκληση στο όνομά Του. Κάποτε ήταν και όσοι Τον ακολουθούσαν. Βλέπουμε, για παράδειγμα, όταν ένας τυφλός στην Ιεριχώ ζητά το έλεος του Κυρίου, αυτοί που συμπορεύονταν με τον Χριστό και ήταν επικεφαλής της πομπής του λαού που συνόδευε τον Κύριο για να ακούσει την διδασκαλία Του, ότι ήταν έτοιμοι να φιμώσουν οποιαδήποτε ενοχλητική φωνή. Στην περίπτωση αυτή ήταν ο τυφλός, ο οποίος ζητούσε να βρει το φως του, ζητούσε την ευσπλαχνία και το έλεος του Χριστού, και επειδή δεν υπήρχε άλλος τρόπος να ακουστεί και να ιδωθεί από τον Χριστό, φώναζε, ενοχλώντας αυτούς που ήταν υγιείς, περπατούσαν, ήθελαν να ακούσουν τον Χριστό, είχαν φτιάξει μέσα τους την ταμπέλα «ακολουθώ τον Χριστό και είμαι υπερήφανος γι’ αυτό». Βλέπουμε ότι ο Χριστός δεν ενδίδει στην αντίληψη και στάση αυτών που Τον ακολουθούσαν. Ζητά να Του φέρουν τον ενοχλητικό τυφλό, για να τον θεραπεύσει. Ανατρέπει έτσι αντιλήψεις και αυθόρμητες αντιδράσεις καθωσπρεπισμού.
Διότι αυτοί που ζητούσαν από τον τυφλό να σωπάσει, ήταν αυτοί που πίστευαν πως η ασθένεια είναι τιμωρία από τον Θεό σε όποιον έχει αμαρτήσει είτε ο ίδιος είτε η οικογένειά του. Επομένως, όποιος ασθενούσε όφειλε να κρύβεται ή να υπομένει παθητικά τα όσα του συνέβαιναν και όχι να προκαλεί την προσοχή των άλλων. Η ντροπή έπρεπε να τον συνοδεύει και όχι το θράσος. Από την άλλη, αυτοί που ενοχλούνταν από τις φωνές του τυφλού ήταν όσοι λειτουργούσαν σε ένα πλαίσιο καθωσπρεπισμού. Στον διδάσκαλο πρέπει σεβασμός. Δεν δικαιούται κάποιος να φωνάζει, ακόμη κι αν θέλει να πετύχει κάτι, διότι διαταράσσει την ησυχία και τους κώδικες των πολλών, την στάση της πλειονοψηφίας. Ο Χριστός όμως βλέπει την καρδιά του τυφλού, την επιθυμία και την ανάγκη του που ήταν να λάβει έλεος από τον υιό του Δαβίδ, τον Μεσσία, στον οποίο πίστευε κι ας μην μπορούσε να καταλάβει ποιος είναι. Από όσα είχε ακούσει, η καρδιά του τού έλεγε ότι ο Χριστός ήταν η προσδοκία των Ιουδαίων και όλης της ανθρωπότητας για έλεος και λύτρωση.
Η δική μας κραυγή, η προσευχή μας και η πίστη μας στον Χριστό, δεν ταιριάζουν με τον καθωσπρεπισμό της εποχής μας, η οποία έχει βαλθεί να αποϊεροποιήσει τα πάντα, να αποχρωματίσει θρησκευτικά την πραγματικότητα, ζητά να σιωπούμε δημοσίως ως προς το να διακηρύττουμε ότι πιστεύουμε πως ο Θεός έχει τον τελευταίο λόγο. Ο ανθρώπινος καθωσπρεπισμός σήμερα, η politically correct νοοτροπία των καιρών μας, δεν έχει χώρο για την πίστη. Κάποτε όμως κι εμείς οι χριστιανοί είμαστε θιασώτες αυτού του καθωσπρεπισμού στην Εκκλησία. Το βλέπουμε αυτό στην άρνησή μας να αποδεχτούμε τα μικρά παιδιά και τους εφήβους στον ναό, είτε γιατί κάνουν θόρυβο είτε γιατί είναι ντυμένοι και συμπεριφέρονται διαφορετικά από ό,τι πιστεύουμε εμείς ότι ταιριάζει σε χριστιανούς, στην ετοιμότητά μας να μαλώσουμε τους άλλους γιατί δεν είναι όπως εμείς νομίζουμε ότι πρέπει να είναι ένας χριστιανός, στην άρνησή μας να παραδεχτούμε ότι ένα «ελέησόν με» είναι αυτό που αληθινά εκφράζει την καρδιά μας.
Ο Χριστός αρνήθηκε τον καθωσπρεπισμό της εποχής του όχι περιφρονητικά, αλλά όταν αυτός δεν επέτρεπε στους ανθρώπους να δούνε ότι, πέρα από τους τύπους και τις αντιλήψεις, υπάρχει το έλεος και η αγάπη του Θεού. Στην politically correct εποχή μας ας αντιτάξουμε την πίστη μας στο έλεος του Θεού, στην απόφασή μας αυτό το έλεος να ζητούμε, στην άρνησή μας όμως και να καταδικάσουμε οποιανδήποτε λειτουργεί έναντι του Θεού διαφορετικά από ό,τι εμείς έχουμε στον νου μας. Η πίστη δεν είναι σίγουρα mainstream αλλά δεν είναι και αντισυστημική με την έννοια της άρνησης για την άρνηση. Λειτουργούμε κριτικά. Κλειδί είναι η έγνοια για την σωτηρία του ανθρώπου και η αγάπη. Και βέβαια, η πεποίθηση ότι η απάντηση είναι ο Χριστός!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
23 Ιανουαρίου 2022
του της Ιεριχούς τυφλού