ΟΥΚΕΤΙ ΕΙΜΙ ΕΝ ΤΩ ΚΟΣΜΩ ΚΑΙ ΟΥΤΟΙ ΕΝ ΤΩ ΚΟΣΜΩ ΕΙΣΙ
«Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι» (Ιωάν. 17,11)
«Τώρα δὲν εἶμαι πιὰ μέσα στὸν κόσμο ἐνῶ αὐτοὶ μένουν μέσα στὸν κόσμο, κι ἐγὼ ἔρχομαι σ’ ἐσένα».
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της πασχάλιας περιόδου η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου στην Νίκαια της Βιθυνίας (325 μ. Χ.). Δεν είναι τυχαία η επιλογή αυτή. Οι Πατέρες αυτοί ονομάστηκαν έτσι διότι είχαν τρία χαρακτηριστικά του κατά φύσιν πατέρα στην πνευματική τους διάσταση: ένιωθαν την ευθύνη έναντι του λαού του Θεού, είχαν αναγεννήσει πνευματικά τους ανθρώπους και, την ίδια στιγμή, ένιωθαν την ανάγκη να προστατεύσουν τους πιστούς από εσφαλμένες, αλλοιωμένες αντιλήψεις, που ονομάζονται αιρέσεις, σχετικά με τα μεγάλα ζητήματα της αλήθειας της πίστης. Ο πατέρας δεν είναι ένας ρόλος απλώς. Είναι ο εκφραστής της αγάπης, της αλήθειας και της αυθεντικής κοινωνικότητας στην φυσική οικογένεια, αυτός που με την παρουσία του κάνει το παιδί να μην εγκλωβίζεται συναισθηματικά στην αναγκαία σχέση με την μητέρα και το ανοίγει στη ζωή, ανατρέφοντας, καθοδηγώντας και προστατεύοντάς το, προκειμένου να βρει την ελευθερία του να χτίσει την προσωπικότητά του και να μπορεί να σταθεί στα πόδια του.
Το ίδιο, και έτσι περισσότερο, ισχύει στην πνευματική ζωή. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, που έχουν το χάρισμα της αρχιερωσύνης, της συνέχειας δηλαδή του αποστολικού έργου και, με τη σειρά τους, μεταδίδουν την ιερωσύνη στους κληρικούς (διά της χειροτονίας την ειδική-χαρισματική ιερωσύνη) και στους πιστούς (διά του βαπτίσματος την γενική ιερωσύνη), δεν αρκούνται στην αναγέννηση και την ευθύνη, αλλά προχωρούν και στην πνευματική ανατροφή και στην προστασία του λαού από εκείνους που απειλούν την πνευματική του υπόσταση και αρτιότητα. Γι’ αυτό και ο Χριστός, στην αρχιερατική Του προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή, την οποία διαβάζουμε ολόκληρη στο πρώτο ευαγγέλιο της ακολουθίας των Παθών την Μεγάλη Εβδομάδα και τμήματά της σε μνήμες μεγαλομαρτύρων, αλλά και την Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, μας υποδεικνύει μία πολύ μεγάλη αλήθεια.
Οι Απόστολοι και οι διάδοχοί τους «εισί εν τω κόσμω». Δεν κλήθηκαν να είναι απόκοσμοι. Κλήθηκαν να βρίσκονται στην κοσμική πραγματικότητα, στη ζωή, ανάμεσα στους ανθρώπους, να τους αφουγκράζονται, να τους αναγεννούν, να τους στηρίζουν, να τους υπενθυμίζουν την αλήθεια, να τους προφυλάσσουν από το ψεύδος της αίρεσης, της αμαρτίας, του πνευματικού θανάτου. Αυτή η φράση του Κυρίου είναι πολύ παρηγορητική, διότι μας δείχνει ότι δεν μας εγκατέλειψε. Την ίδια στιγμή, μας υπενθυμίζει ότι υπάρχουν εκείνοι που τους ανατέθηκε αυτό το έργο της συνέχειας της πατρότητας, και προς τους οποίους οφείλουμε να απευθυνόμαστε και να τους εμπιστευόμαστε.
Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι την ίδια αποστολή, μολονότι ο δρόμος της σωτηρίας είναι στην κλήση του καθενός μας. Γι’ αυτό και χρειάζεται πολλή προσοχή στον τρόπο με τον οποίο, ιδίως στην μετανεωτερική εγωκεντρική εποχή μας βλέπουμε την πίστη. Δεν είναι θέαμα, ούτε γνώμη η πίστη. Είναι εμπιστοσύνη στην Εκκλησία. Και γι’ αυτό χρειάζεται να υπάρχει σεβασμός σε εκείνους, οι οποίοι εξελέγησαν από τον Θεό και την Εκκλησία να μαρτυρούν περί της αληθείας και να τη διαφυλάττουν. Δεν είναι προφανώς αλάθητοι, αλλά δεν είναι και μόνοι τους. Συγκροτούν συνόδους, δηλαδή συναντιούνται μεταξύ τους κομίζοντας τις αγωνίες και τους προβληματισμούς του λαού τους και ακολουθούν την ίδια οδό, αφού προσευχηθούν, συζητήσουν, συναποφασίσουν για τα θέματα της πίστης και της ζωής.
Κι εκείνοι εξακολουθούν να έχουν την ευθύνη να είναι οι ηγέτες του λαού του Θεού και να αποφεύγουν την απόρριψη του κόσμου, καθότι άλλο είναι το να κρίνουμε και να μην αποδεχόμαστε το κοσμικό πνεύμα, δηλαδή αυτό που μας χωρίζει από την αγάπη του Θεού και άλλο να ταυτίζουμε κάθε τι του κόσμου με την αμαρτία. Η απόρριψη ουσιαστικά αφήνει τους πιστούς μετέωρους και με ένα αίσθημα ότι η πνευματική ζωή είναι κάτι το ακατόρθωτο, ενώ, συχνά, και οι απορρίπτοντες δρούνε και μιλούνε υποκριτικά.
«Ούτοι εν τω κόσμω εισί». Ο κόσμος μπορεί να μισεί την αλήθεια, όταν ελέγχεται από αυτήν, όμως η διακονία μας είναι εν τω κόσμω. Και αυτό έχει να κάνει και με όλους τους χριστιανούς. Καλούμαστε να ζούμε κι εμείς εν τω κόσμω, κομίζοντας όμως στον κόσμο την ελπίδα της παρουσίας του Χριστού, την ελπίδα της ανάστασης, την ελπίδα της θέωσης, καθότι ο Κύριος που ανελήφθη στους ουρανούς, φέρει και την ανθρώπινη φύση, τον καθέναν από εμάς. Ας μην περιφρονούμε τον κόσμο, ας κρίνουμε το κοσμικό φρόνημα και ας κρατάμε στην καρδιά μας την παρουσία του Χριστού, εμπιστευόμενοι την Εκκλησία!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
16 Ιουνίου 2024
Των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου