ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 141- ΜΑΡΩ ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ, “ΦΑΝΑΡΙ ΤΗΣ ΒΑΘΙΑΣ ΨΥΧΗΣ”, εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
“Θέλω να πιστεύω πως η καλή γραφή έχει δύναμη ακόμη και μέσα σ’ αυτούς τους πρόχειρους ρηχούς καιρούς” (σ. 170). Είναι μία από τις πολλές εξαιρετικές γραφές που συναντά κάποιος στο βιβλίο της Μάρως Βαμβουνάκη, αγαπημένης εκ νεότητος συγγραφέως, “Φανάρι της βαθιάς ψυχής”, που κυκλοφορείται από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ. Και όντως η καλή γραφή έχει δύναμη. Όταν πηγάζει από την ψυχή, δεν είναι φτιασιδωμένη και δήθεν, αλλά μιλά με την ειλικρίνεια ενός ανθρώπου που αγαπά τη ζωή, την αλήθεια, την πίστη, την ομορφιά, βλέπει στο βάθος της ψυχής τόσο της δικής της, όσο και ημών, και αποτυπώνει προτάσεις καθρεφτίσματα αγάπης προς όλους μας. Δεν φοβάται η Βαμβουνάκη να φανερώσει τη δική της ψυχή, γιατί μόνο έτσι μπορεί να μιλήσει στις ψυχές των άλλων. Δεν είναι ένα βιβλίο life coaching, σύνηθες στους καιρούς μας, διότι έχουμε ανάγκη από συνταγές που θα μας απαλλάξουν από τη λύπη, την αγωνία, την κατάθλιψη, την απαισιόδοξη πλευρά της ζωής, πείθοντάς μας ότι όλα θα πάνε καλά. Αντίθετα, η συγγραφέας δεν φοβάται να μας πει ότι καλούμαστε να συμφιλιωθούμε με τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού μας, όχι για να τον δικαιολογούμε και να μην αναλάβουμε την ευθύνη να αλλάξουμε, αλλά γιατί αν δεν κατανοήσεις, δεν αποδεχτείς, δεν αναλάβεις τον σταυρό σου, η ανάσταση δεν έρχεται.
Αποτυπώματα μικρού ημερολογίου, γραμμένα από το 2020 έως το 2023, χωρίς συγκεκριμένες ημερομηνίες, κείμενα του Facebook, κείμενα που μιλούν για την ανάγκη μας να είμαστε ευτυχισμένοι μέσα από τις σχέσεις, την αγάπη και την έλλειψη, μέσα από την συμπόνια για την ύπαρξη, για το ποιοι είμαστε και τι νομίζουμε, μέσα από τον κόσμο και τον Ένα (αφού όλοι οι άνθρωποι χαμογελούν στην ίδια γλώσσα), μέσα από το νόημα της πανδημίας που όλους μας επηρέασε, αλλά και μέσα από την εμπειρία της πίστης ότι τίποτα του Θεού δεν είναι άσκοπο. Όλα αυτά περιλαμβάνονται στο βιβλίο, το οποίο αξίζει κάποιος να το μελετήσει, να σταθεί, να συζητήσει με τον εαυτό του, με τους άλλους, με τον κόσμο για το πώς πορευόμαστε και πόσο θέλουμε αλήθειες και Αλήθεια.
“Το περίσσευμα της καρδιάς δίνει το νόημα. Κι αν το διαδίκτυο κατέληξε εθιστικό είναι που βρήκε χώρο και μπήκε. Το κενό της ζωής μας, όπως την κάναμε, του άνοιξε, και μάλιστα με ευγνωμοσύνη, την πόρτα. Κι έτσι όπως είναι καμωμένα τα πράγματα, η καρδιά του ανθρώπου είναι ίδια. Πάλι ζητά ελπίδα για να συνεχίσει να ζει, και χαρά για να πει πως αξίζει η ζωή του. Όταν αυτά κάπως του προσφέρονται, όταν ο ίδιος τα καλλιεργεί για τον εαυτό του, μεταμορφώνεται από μίζερο πλάσμα σε πιο χορτάτο άνθρωπο και καμιά άλλη θεραπεία δεν είναι πιο αποτελεσματική. Ζούμε για να ωριμάζουμε και ωριμάζουμε διατηρώντας τις παιδικές μας αρετές” (σσ. 25-26).
Εντύπωση κάνει η επιείκεια και η αγάπη με την οποία η συγγραφέας συγκαταβαίνει στις αδυναμίες, τα πάθη, την ανημπόρια των ανθρώπων, ιδίως των γυναικών σε περιπτώσεις βίας, χωρίς να αποδέχεται τέτοιες συμπεριφορές. Εντύπωση κάνει η προτίμησης της λέξης συμπόνια, αντί για ενσυναίσθηση. Η εμπειρία μιας πνευματικότητας που βγάζει τρυφερότητα και κατανόηση για τον αμαρτωλό και μια γλυκιά προτροπή για συνέχεια αλλαγής και μεταμόρφωσης. Είναι η διακονία της συγγραφέως στον κόσμο αυτό με όλα τα βιβλία της. Είναι η ομορφιά μιας πίστης που δεν είναι δικαστήριο ενοχών και τιμωρίας για να σωθεί η τάξη του κόσμου, αλλά το συμπάσχειν της αγάπης που γίνεται ευσπλαχνία, αρχοντιά και νέα αρχή. Βαθιά ψυχή που ζει διά της αγάπης την ελπίδα ότι “το καινούργιο και κυρίαρχο που έφερε ο Ιησούς στον άνθρωπο είναι η νέα είδηση για το νόημα του θανάτου. Είπε και λέει, και σήμερα Μεγάλο Σάββατο θα ξαναπεί ότι θάνατος δεν υπάρχει με την έννοια του αφανισμού. Αντιθέτως, όποιος πεθαίνει περνάει εκ του θανάτου στη ζωή! Όλη η τρίχρονη πορεία του αυτό αγωνιά να μας πείσει. Ναι, η αιωνιότητα του Χριστού είναι το μέγα δώρο του κι ας μην το χωράει ο μικρός δύσπιστος νους μας. Και τι δώρο!… Έτσι και δεχτείς την περί θανάτου διδαχή του, αλλάζει μέσα σου η γνώση τού τι είναι άνθρωπος, τι είμαι εγώ. Τι κάνω, πού πάω. Αντικείμενο με ημερομηνία λήξης είμαι ή πλάσμα αιώνιο έτσι και γεννήθηκα στη γη; Αν ο φόβος του θανάτου, ο φόβος των φόβων, λείψει κάτι άπειρο εισβάλλει εντός μας με την ανάσα και ελευθερώνεσαι από φοβίες κι ανάγκες άπληστες, νευρώσεις ανυπόστατες, παράλογες ερμηνείες ζωής και εν τέλει απόγνωση” (σσ. 233-234)
Μ’ αυτό το δώρο πορεύεται η συγγραφέας και μας το υπενθυμίζει. Ας συνταξιδέψουμε!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
27 Αυγούστου 2024