ΚΟΠΙΩΜΕΝ ΚΑΙ ΟΝΕΙΔΙΖΟΜΕΘΑ
“Εἰς τοῦτο γὰρ καὶ κοπιῶμεν καὶ ὀνειδιζόμεθα, ὅτι ἠλπίκαμεν ἐπὶ Θεῷ ζῶντι, ὅς ἐστι σωτὴρ πάντων ἀνθρώπων, μάλιστα πιστῶν” (Α’ Τιμ. 4, 10)
“Κι ἐμεῖς γι’ αὐτὸ ὑπομένουμε κόπους καὶ ὀνειδισμούς, γιατὶ στηρίξαμε τὴν ἐλπίδα μας στὸν ἀληθινὸ Θεό, ποὺ εἶναι σωτήρας ὅλων τῶν ἀνθρώπων κι ἰδιαίτερα τῶν πιστῶν”.
Ανατρέχοντας στην ζωή των αποστόλων και των αγίων της πίστης μας ένας προβληματισμός μας καταλαμβάνει. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στον μαθητή του Τιμόθεο, επίσκοπο Εφέσου, αναφέρει ότι “κοπιά και ονειδίζεται”, κοπιάζει για την πίστη και υφίσταται κοροϊδίες και ύβρεις για τον Χριστό, επειδή ακριβώς στήριξε την ελπίδα του στον αληθινό Θεό και σωτήρα όλων των ανθρώπων και μάλιστα των πιστών. Ο προβληματισμός έγκειται στο κατά πόσον οι άνθρωποι της εποχής μας μπορούμε να βαστάξουμε αυτόν τον ονειδισμό, μπορούμε να κοπιάσουμε για το Ευαγγέλιο του Χριστού ή παραμένουμε παθητικοί καταναλωτές θρησκευτικών βιωμάτων, με αποτέλεσμα να μην είμαστε σε θέση να ζήσουμε την εμπειρία της παράδοσής μας.
Στους καιρούς μας θριαμβεύει το δίκιο και το δικαίωμα. Αυτό είναι γνωστό. Χωρίς κάποιος να θεωρεί ότι επιτρέπεται η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προφάσει αγιότητος, δηλαδή ότι δεν πειράζει ο χριστιανός να καταπιέζεται, να γελοιοποιείται, να υβρίζεται, επειδή αυτό είναι προς δόξαν του Θεού, διότι κάτι τέτοιο μαρτυρεί πολιτισμό απολίτιστο, κόσμο χωρίς αρχές και αξίες, παρότι ομνύει σ’ αυτές, εντούτοις ο χριστιανός καλείται να είναι έτοιμος στην ζωή του και για τέτοιες καταστάσεις. Ονειδιζόμαστε όταν κάνουμε τον σταυρό μας δημόσια. Ονειδιζόμαστε όταν έχουμε διαφορετικές απόψεις σε σχέση με την επικρατούσα ηθική του politically correct. Ονειδιζόμαστε όταν προσπαθούμε να αγαπήσουμε και να συγχωρήσουμε. Θεωρούμαστε ξεπερασμένοι, κάποτε και ανόητοι, διότι επιμένουμε στην οδό της πίστης. Κάποτε όμως ονειδιζόμαστε για έναν ου κατ’ επίγνωσιν ζήλο. Διότι, χωρίς να γνωρίζουμε καλά τα τα πίστεως, μεταφέρουμε σε συγκρουσιακό επίπεδο κάθε τι αυτής της ζωής, αναζητώντας στοιχεία ομολογίας, εκεί όμως που δεν χρειάζεται. Και μπορεί κάποιοι να μας επαινούν. Αμφιβάλλουμε όμως στην πραγματικότητα αν ο Θεός ζητά κάτι τέτοιο. Αυτό που φαίνεται πως θέλει ο Θεός είναι η πίστη και η ελπίδα μας σε Εκείνον και όχι ψευτοαγώνες επικράτησης στην κοινωνία. Ας μην λησμονούμε ότι ο χριστιανισμός έγινε δεκτός ακριβώς εν της ασθενεία του και όχι εν τη εξουσία του. Η εξουσία μάρανε τον δυναμισμό της πίστης. Μας έκανε συμβιβασμένους και ακόλουθους του συστήματος. Διότι επαναπαύεσαι στην πλειοψηφία και όταν κανείς δεν σε ενοχλεί.
Από την άλλη, είναι γεγονός ότι σήμερα λείπει ο κόπος από την χριστιανική ζωή. Και δεν μιλούμε μόνο για την νηστεία, την προσευχή και τον εκκλησιασμό. Κάποτε ούτε κι αυτά δεν είμαστε σε θέση να ζήσουμε, μετατρέποντας την πίστη σε μία ωραία ιδεολογία. Είναι το ότι, μιμούμενοι τους καιρούς, έχουμε επαναπαυθεί σε ένα κοινωνικό έργο, στην οικονομική ενίσχυση της ελεημοσύνης, αρνούμενοι να βγούμε από τ εσωτερικό μας καβούκι, από την προσανατολισμένη στο εγώ μας καρδιά, η οποί δεν θέλει να μιλήσει στον Θεό και για τον Θεό. Αυτό διαφαίνεται στην άγνοια για τα της πίστεως. Στο ότι είμαστε όμοιοι με το κοσμικό φρόνημα στην διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας, στα οποία δίνουμε μεγαλύτερη σημασία, από ό,τι στην αγάπη και στο μοίρασμα της χαράς του Ευαγγελίου. Έτοιμοι στο να συζητάμε ατέρμονα για τα σύνθετα της κοσμικής προσέγγισης της ζωής, να κατακρίνουμε, να μένουμε στην μιζέρια της επιβίωσης κάποτε, να τρωγόμαστε από τα προβλήματά μας, δεν είμαστε σε θέση να χαρούμε συζητώντας για την πίστη, ζώντας την πίστη με αγάπη και ευσπλαχνία, έτοιμοι να παλέψουμε να δώσουμε μία γνήσια μαρτυρία ελπίδας με τα παραδείγματα των αγίων μας που καλύπτουν κάθε λεπτομέρεια του χρόνου μας και κάθε περίσταση. Και την ίδια στιγμή, να είμαστε έτοιμοι να μη φοβηθούμε να διακονήσουμε τον πλησίον μας, “όπου δει” και κατά το χάρισμά μας.
Ας αναπληρώσει η χάρις του Θεού τα ελλείποντά μας και μέσα στην εκκλησιαστική ζωή, προσπαθώντας να γνωρίσουμε τον συνάνθρωπό μας, να νοιαστούμε να προσευχηθούμε, να ανοίξουμε δρόμους και γι’ αυτόν, αγαπώντας, συμπαθώντας, κατανοώντας, αλλά και όντας αληθινοί ας κάνουμε βήματα κόπου, χωρίς να φοβηθούμε κάθε ονειδισμό από όσους εν τω πονηρώ κείνται.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
22 Ιανουαρίου 2023
ΙΕ’ Λουκά