ΓΙΑ ΠΟΙΑ ΕΛΛΑΔΑ;
Οι παρελάσεις, οι αθλητικοί αγώνες, οι σχολικές εορτές και τα συλλαλητήρια διασώζουν τον σύνδεσμο του Έλληνα με την πατρίδα του. Ακόμη, όσοι πηγαίνουν στην εκκλησία, συμμετέχουν στις γιορτές της πίστης, έχουν φιλότιμο, παλεύουν για την αρετή, με επίγνωση της πνευματικής τους κατάστασης, αισθάνονται ότι δεν είναι μόνο χριστιανοί, αλλά συνεχιστές αυτής της μακράς παράδοσης που ήθελε πίστη και πατρίδα να συνοδοιπορούν. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο πατριωτισμός έχει εκλείψει, επειδή η σημερινή κοινωνία τείνει ολοένα και περισσότερο να απορροφηθεί στην προοπτική της παγκοσμιοποίησης. Όμως δεν είναι προτεραιότητα η πατρίδα για τους πολλούς, αλλά ο εαυτός, το άτομο.
«Όπου και να ταξιδέψω, η Ελλάδα με πληγώνει» γράφει ο Σεφέρης, ποιητής με παγκόσμια αναγνώριση. Η Ελλάδα μας πληγώνει, γιατί διαπιστώνουμε ότι πρώτοι εμείς την πληγώνουμε. Εμείς αφήνουμε στην άκρη την γλώσσα, την ιστορία, την παράδοση του ήθους, την πνευματικότητα της πίστης και εγκλωβίζουμε την σχέση μας με την Ελλάδα στην συνήθεια ή βλέπουμε την πατρίδα ως ένα brand name, το οποίο πουλά τουριστικά, χωρίς όμως να έχει να δώσει την αυθεντικότητα της ιδιαιτερότητας σε όσους την επισκέπτονται. Ναι στην θάλασσα και στα βουνά, ναι στον ήλιο και την ομορφιά, ποιος μπορεί να το αρνηθεί; Από την άλλη, πόσο σήμερα, μεγαλύτεροι και μικρότεροι, είμαστε έτοιμοι να δούμε την Ελλάδα στην προοπτική ότι έχουμε ένα ιερό χρέος έναντί της. να ελέγξουμε τι κληρονομήσαμε και να ξεκαθαρίσουμε τι θέλουμε να κληροδοτήσουμε;
Για ποια Ελλάδα να παλέψουμε σήμερα; Αν γίνει πόλεμος κάποια στιγμή, απευκταίο αλλά όχι αδιανόητο, ποιων Ελλήνων συνέχεια θα χτυπήσει ως καμπανάκι αφύπνισης στις καρδιές μας; Αυτών της ελευθερίας που δεν λογαριάζει την ζωή ή αυτών που άρχονται από το «δεν με μέλλει» ούτε για τον διπλανό ούτε για την χώρα μου; Αυτών της πίστης στον Χριστό που γεννά ήθος θυσίας για τους πολλούς ή αυτών της πίστης στο χρήμα και στην καλοπέραση που γεννά ήθος συμβιβασμού για να μην χάσουμε τα κεκτημένα; Αυτών που βλέπουν κάθε χώμα ελληνικό, ακόμη και του τελευταίου νησιού, ως ιερό ή αυτών που αρκούνται στο να κρατήσουν το δικό τους και ας γίνει ό,τι θέλει του διπλανού τους;
Στην ελληνική ιστορία, λίγο πριν την Μικρασιατική καταστροφή, γράφτηκε το άρθρο «ΟΙΚΑΔΕ». Ο συντάκτης του προέτρεπε να εγκαταλειφθούν οι Έλληνες και η γη της Ιωνίας, χάριν της εν Ελλάδι εθνικής πραγματικότητας. Και έτσι κι έγινε, καθώς η πατρίδα ηττήθηκε. Δεν ηττήθηκαν μόνο όσοι πολεμούσαν εκεί. Ηττήθηκε η Ελλάδα συνολικά.
Αυτό το μήνυμα είναι απόλυτης αξίας. Η ηττοπάθεια, η αδιαφορία, η απουσία συλλογικού ήθους, η επανάπαυση, η ενασχόληση μόνο με τα του εαυτού μας φέρνουν συλλογικές ήττες. Παρασυρμένοι στον βωμό ότι τα πάντα είναι οικονομία, μοντερνισμός, αντιρατσισμός, δικαιώματα, καθώς και ότι για όλα φταίνε οι άλλοι, έχουμε λησμονήσει να δώσουμε στους νεώτερους, όπως και στους εαυτούς μας, λίγη καλή περηφάνια. Ότι χωρίς υπερβολές μπορούμε να χαιρόμαστε για την Ελλάδα που χτίστηκε στην παράδοση, αλλά και στην θυσία των Ελλήνων. Σ’ αυτήν που πιστεύει στον Θεό και που μέσα από κάθε κύτταρό της αφήνει να αναπνέει συλλογικότητα.
Δεν έρχεται μόνο με λόγια αυτό το βίωμα. Θέλει αναστροφή πορείας. Επώδυνη αυτοκριτική. Παράδειγμα των μεγαλυτέρων. Και Εκκλησία που να μην φοβάται την αφύπνιση των καρδιών. Είναι καιρός!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»
Στο φύλλο της Τετάρτης 28 Μαρτίου 2018