ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ 118- ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ, “ΕΝΑ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΔΩΜΑΤΙΟ 1967-1974”, εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ
Διαβάσαμε ένα εξαιρετικό βιβλίο- έρευνα πάνω στα γεγονότα που οδήγησαν στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974, το πώς η χούντα στην Ελλάδα, πρώτα του Παπαδόπουλου και μετά του Ιωαννίδη, οδήγησε στην κατάρρευση της εθνικής άμυνας και την αδυναμία ουσιαστικής αντίστασης στην τουρκική επιθετικότητα, αλλά, κυρίως, την εξάρτηση του κράτους μας από την Αμερικανική πολιτική, την οποία χάρασσε ο “δολοφόνος”, όπως τον χαρακτήριζαν οι διαδηλωτές εκείνης της εποχής, υπουργός εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ. Το βιβλίο έγραψε ο διευθυντής της εφημερίδας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, δημοσιογράφος Αλέξης Παπαχελάς, και επιγράφεται ” Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974″ (εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ). Τρεις υπότιτλους έχει το βιβλίο αυτό: ” Ο Ιωαννίδης και η παγίδα της Κύπρου”, ” Τα πετρέλαια στο Αιγαίο” και “Ο ρόλος των Αμερικανών”.
Το βιβλίο διαβάζεται απνευστί. Περιλαμβάνει πλούσιο υλικό, αποχαρακτηρισμένο από τα απόρρητα αρχεία του Αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών, συνεντεύξεις του Παπαχελά με πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής, γνωστούς και άγνωστους στο ευρύ κοινό, κυρίως όμως υλικό που έχει να κάνει με την εμπλοκή της ελληνικής στρατιωτικής ηγεσίας της δικτατορίας, τόσο αυτής που κυβερνούσε επίσημα και παρασκηνιακά, όσο και των στρατιωτικών που είχαν την ευθύνη της διαφύλαξης της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας, αλλά και της εγγύησης της ειρήνης και της ασφάλειας της μαρτυρικής Κύπρου.
Από αμερικανικής πλευράς τρεις είναι οι προσωπικότητες που ξεχωρίζουν: ο Κίσινγκερ, ένας κυνικός διπλωμάτης, ο οποίος ήταν δεδομένο πως δεν δεν τον ενδιέφερε ο “βιασμός της Ελλάδος από την Τουρκία”, αρκεί να μην γινόταν πόλεμος και αρκεί να είχε τις δύο γείτονες χώρες σε ισορροπία τρόμου. Τον Κίσινγκερ τον ενδιέφερε η τότε Σοβιετική Ένωση να μην αποκτήσει ρίζες στις δύο χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και αυτό θα συνέβαινε αν οποιαδήποτε κρίση που αφορούσε στις διαφορές τους λυνόταν με παραχωρήσεις υπέρ του ισχυρότερου, που εκείνο το διάστημα ήταν ξεκάθαρα η Τουρκία. Βλέπουμε στο βιβλίο τον Κίσινγκερ να κάνει ό,τι μπορεί, ξεγελώντας την ελληνική στρατιωτική ηγεσία με ψεύτικες διαβεβαιώσεις, να μην κηρύξει τον πόλεμο στη ν Τουρκία, να μην επιτεθεί στην Θράκη ως αντίποινα για την εισβολή στην Κύπρο, να ανέχεται το ανόητο από κάθε άποψη πραξικόπημα που οργάνωσε ο Ιωαννίδης στην Κύπρο εις βάρος του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, δίδοντας το πρόσχημα στους Τούρκους να εισβάλουν. Ο Τουρκόφιλος Κίσινγκερ, αν δεν είναι αφελής ο χαρακτηρισμός καθώς η παγκόσμια ηγεσία κοιτά κυρίως τα δικά της συμφέροντα, πέρα από δίκαιο και ηθική, ήρθε σε δύσκολη θέση όταν ο πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης Κ. Καραμανλής έβγαλε την χώρα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, αγόρασε όπλα και αεροπλάνα από την Γαλλία και έδειξε ότι δεν ήταν ελεγχόμενος από τους Αμερικανούς. Δυσκολεύτηκε όταν 30.000 ομογενείς διαδήλωναν έξω από τον Λευκό Οίκο, αμέσως μετά την παραίτηση του προέδρου Νίξον λόγω του Watergate, και τον αποκαλούσαν “δολοφόνο”. Ήρθε σε δύσκολη θέση όταν το Κογκρέσο αποφάσισε το εμπάργκο εξοπλισμών εις βάρος της Τουρκίας. Όποια ομοιότητα με την σημερινή κατάσταση σας μοιάζει συμπτωματική, ας το σκεφτείτε. Ουδέποτε η Ελλάδα κέρδισε όταν ήταν yes man στις απόψεις των ισχυρών. Οι μνήμες της Μικρασιατικής καταστροφής μάς πονάνε ακόμη.
Οι άλλοι δύο Αμερικανοί ήταν ο υφυπουργός εξωτερικών Σίσκο, αυτός που είχε αναλάβει τον άχαρο ρόλο να διαπραγματεύεται, προσπαθώντας να αποτρέψει τον πόλεμο, στην πραγματικότητα όμως εις βάρος της Ελλάδας, ικανοποιώντας την επιθυμία του προϊσταμένου του, και ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Τάσκα, ο οποίος σκοτώθηκε το 1979 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, χωρίς να προλάβει να αποκαλύψει όλο το παρασκήνιο γύρω από τις τελευταίες ημέρες της χούντας στην Ελλάδα, αλλά και της κυνικής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Ο Παπαχελάς όμως διασώζει πολύτιμο υλικό από τις προσπάθειες του Τάσκα να ακολουθήσει την αμερικανική πολιτική, χωρίς όμως να περιφρονεί την πατρίδα μας, και την αποδοκιμασία του από τον Κίσινγκερ, αλλά και τον Έλληνα δικτάτορα Ιωαννίδη, ο οποίος τον παρέκαμπτε συνεχώς, χρησιμοποιώντας για επικοινωνία με την αμερικανική πλευρά πράκτορες της CIA.
Το πιο ενδιαφέρον όμως μέρος του βιβλίου έχει να κάνει με την τραγική ανεπάρκεια των όσων κυβερνούσαν την χώρα στα χρόνια της δικτατορίας. Η χούντα, “όπως έλεγε ένας καθηγητής πανεπιστημίου εκείνα τα χρόνια, αντί να εξαγνίσει το ελληνικό πολιτικό σύστημα, έχει πάει τη φαυλοκρατία σε άλλο επίπεδο, και σε τομείς που δεν είχε αγγίξει το φαινόμενο πριν, όπως την εκκλησία, την εκπαίδευση, τον στρατό” (σ. 123). Η ανεπάρκεια των ανθρώπων αυτών, που εκμεταλλεύτηκαν τις συγκρούσεις, την φαυλοκρατία, τις προδικτατορικές ρήξεις ανάμεσα στο παλάτι και στους πολιτικούς, δήθεν για να σώσουν την χώρα “από τον κομμουνιστικό κίνδυνο”, οδήγησε στην αδυναμία να προετοιμαστεί η πατρίδα για κάτι που ήδη είχε διαφανεί στον ορίζοντα: την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η οποία είχε αποτραπεί δύο φορές χάρις στις παρεμβάσεις της αμερικανικής πολιτικής ηγεσίας. Ιδίως η καταγραφή στο βιβλίο του Πολεμικού Συμβουλίου αμέσως μετά την εισβολή, η αμφιθυμία, οι ψευδαισθήσεις, η ατολμία, αλλά και η απόσταση από την πραγματικότητα που απαιτούσε επιχειρησιακά σχέδια με ρεαλισμό και όχι λεονταρισμούς, έδειξε ότι δεν φταίνε οι ξένοι τελικά για ό,τι μας συμβαίνει και για τις εθνικές μας καταστροφές, όπως δεν είναι αυτοί που μας κάνουν χάρη, αλλά εμείς κερδίζουμε και εμείς χάνουμε. Ο βαθμός επιτυχίας μπορεί να μην είναι αυτός που θα θέλαμε. Όμως είναι βέβαιο ότι όταν τα περιμένουμε όλα από τους ξένους, η αποτυχία είναι δεδομένη.
Το τίμημα για τον Κυπριακό Ελληνισμό το πληρώνουμε μέχρι και σήμερα και δύσκολα θα βγούμε από τις συνέπειες της εισβολής. ο Παπαχελάς δεν δικαιολογεί τις επιλογές του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, προέδρου της Κύπρου, αλλά δεν μπορεί και δεν το κάνει να δικαιολογήσει ένα καταστροφικό πραξικόπημα εις βάρος του από τα ανδρείκελα της χούντας του Ιωαννίδη, που έδωσε το πράσινο φως για την τουρκική εισβολή. Δεν αρνείται ότι ο Μακάριος υπήρξε ηγέτης. Ότι σε μια πραγματικότητα που η Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα δεν ήταν εφικτή επιλογή, ο Μακάριος, σε συνεργασία με την τότε κυβέρνηση Καραμανλή, αποδέχτηκαν την ανεξάρτητη Κύπρο με τις συμφωνίες της Ζυρίχης το 1961. Το κυπριακό κράτος ήταν εσωτερικά ασταθές, από την στιγμή που υπήρχε η τουρκοκυπριακή πλευρά και από την στιγμή που οι Βρετανοί επέλεξαν να καταστήσουν την Τουρκία εγγυήτρια δύναμη. Ο Παπαχελάς αφήνει να διαφανεί ότι η πρόθεση του Ιωαννίδη ήταν να ρίξει τον Μακάριο από την ηγεσία, κάτι που πίστευε ότι θα ευαρεστούσε τους Αμερικανούς (καθώς δεν συμπαθούσαν τον Μακάριο και τον έβλεπαν σοβιετόφιλο, ενώ και η όποια διαφθορά του κράτους δεν ήταν ελεγχόμενη από αυτούς), όπως επίσης και τους Τούρκους (που θα απαλλάσσονταν από την ισχυρή ηγεσία του Μακάριου, εξασφαλίζοντας ηρεμία για την τουρκοκυπριακή μειονότητα- η αφέλεια του δικτάτορα ήταν ότι πίστευε πως η Κύπρος δεν είχε ιδιαίτερη σημασία για την Τουρκία) και θα διακήρυττε την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, λύνοντας έτσι το κυπριακό ζήτημα οριστικά και εκπληρώνοντας το τελευταίο κομμάτι της Μεγάλης Ιδέας. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο,, θα έπρεπε η Ελλάδα όχι απλώς να πιστεύει ότι ήταν έτοιμη να πολεμήσει, αλλά να ήταν έτοιμη και στρατιωτικά, και πολιτικά και οικονομικά. Ο Ιωαννίδης εξαπατήθηκε από τις διαβεβαιώσεις των Αμερικανών ότι η Τουρκία έκανε απλώς στρατιωτικές ασκήσεις κοντά στην Κύπρο, δεν έλαβε υπόψιν τις πληροφορίες της ΚΥΠ από την Κύπρο που ήταν σαφείς ότι επίκειτο εισβολή, ενώ όταν η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κατάλαβε τι συνέβαινε, διαπίστωσε ότι οι δυνατότητες να αντιδράσει θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη εθνική καταστροφή. Έτσι προέκυψε η μεταπολίτευση, αλλά και ο Αττίλας 2 στις 14 Αυγούστου 1974, που οδήγησε στην κυπριακή τραγωδία.
Καλό είναι η Ιστορία να μας διδάσκει. Καλό είναι να διαβάζουμε, για να έχουμε άποψη, και να μην θεωρούμε ότι όλα έρχονται εκ του αυτομάτου. Ο Αττίλας 1 δεν ήταν καλά οργανωμένος από την Τουρκία. Οι τούρκοι δεν μπόρεσαν να κάνουν τον περίπατο που υπολόγιζαν στην Κερύνεια. Αν υπήρχε έστω και ελάχιστη οργανωμένη αντίδραση από την Ελλάδα και όχι ο φόβος, οι Αμερικανοί θα αναγκάζονταν να συστήσουν και στους Τούρκους αυτοσυγκράτηση. Ακόμη κι αν δεν είσαι έτοιμος για πόλεμο, αν το ξέρεις μόνο εσύ, όπως τότε, θα μπορούσε να μην προχωρήσει η κατάσταση όπως προχώρησε. Αλλά η υποτέλεια της χουντικής ηγεσίας στους Αμερικανούς, έκανε τον χρόνο να κυλά υπέρ της Τουρκίας.
Και κάτι τελευταίο: ο Κίσινγκερ καταλάβαινε ότι ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα θα ήταν πολύς, τόσο για την συνδρομή των Αμερικανών στην επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967, όσο και για την δεύτερη δικτατορία στις 25 Νοεμβρίου 1973, κυρίως όμως για την συνενοχή των Αμερικανών στην τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ήξερε όμως ότι οι Έλληνες δεν θα έφευγαν από την αγκαλιά της Αμερικής. Προέβλεψε μάλιστα και τα όσα έγιναν επί Παπανδρέου Ανδρέα, τον οποίο οι Αμερικανοί, παρότι δεν τον εμπιστεύονταν, ήξεραν ότι θα είναι χρήσιμος ώστε να εκτονώσει τον αντιαμερικανισμό σταδιακά, καθώς ένιωθαν ότι στο βάθος ήταν ρεαλιστής πολιτικός. Ήξερε και εκείνος ότι η Ελλάδα μόνη της δεν θα μπορούσε να τα καταφέρει στις διεθνείς γεωπολιτικές συγκυρίες. Το ερώτημα είναι και παραμένει: γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε ελεύθεροι. Μπορούμε όμως να μην είμαστε υποτελείς; Να κρατάμε την εθνική μας υπερηφάνεια και τον πατριωτισμό μας όσο περισσότερο μπορούμε; Αυτό όμως θέλει ετοιμότητα για ελευθερία, αρετή και τόλμη. Οι γενιές που έρχονται θα καταστήσουν την υπόθεση πιο δύσκολη, καθώς μετέχουμε σε έναν πολιτισμό που απεχθάνεται τις ισχυρές προσωπικότητες.
Το βιβλίο του Παπαχελά, ασχέτως και των όσων δεν αποκαλύπτει (θα ήμασταν αφελείς αν ισχυριζόμασταν ότι είναι όλη η αλήθεια, αλλά δεν το χρειαζόμαστε αυτό, καθώς τα όσα αποκαλύπτει είναι πολύ σημαντικά), είναι πολύτιμο. Μας δείχνει ότι δεν πρέπει να ξεχάσουμε την εισβολή στην Κύπρο, που προήλθε από τα δικά μας λάθη και την δική μας ανετοιμότητα. Ότι κανείς δεν θα μας υπερασπιστεί αν δεν είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας. Ότι δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας, προφανώς, αλλά και δεν μπορούμε να είμαστε χωρίς φωνή, χωρίς προετοιμασία, χωρίς άποψη. Το “σκοτεινό δωμάτιο” αποκαλύπτει ότι οι ελληνοτουρκικές διαφορές, που έχουν να κάνουν με την θάλασσα, το πετρέλαιο, τις εξαρτήσεις απαιτούν ομοψυχία και ενότητα στις κύριες γραμμές μας. Όχι λεονταρισμούς, αλλά όχι και φόβο. Στο χέρι μας είναι να ξέρουμε ποιοι είμαστε και τι θέλουμε και, κυρίως, τι ζητάμε από τους πολιτικούς μας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
22 Ιουλίου 2023